Σελίδες

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

Τα κοπάδια πληγή για τα καμένα στο νομό Αττικής

Αδυναμία φύλαξης και ανασύστασης των δασών

Της Τανιας Γεωργιοπουλου

Η φράση «όπου ήταν δάσος θα γίνει δάσος» μαρτυρά καλές προθέσεις, στην πράξη όμως αποδεικνύεται αδύνατον -όπως το παρελθόν δείχνει- να γίνει πραγματικότητα. Μια περιήγηση στις εκτάσεις της Βορειοανατολικής Αττικής, που κάηκαν τον περασμένο Αύγουστο, φέρνει στο φως την αδυναμία φύλαξης και ανασύστασης των δασών που καταστράφηκαν.
Παρά την ισχύουσα νομοθεσία, κοπάδια με κατσίκια βόσκουν στα καμένα και μικρές ελιές έχουν ήδη φυτευτεί ώστε να «στηριχθεί» ο αποχαρακτηρισμός των εκτάσεων, εκεί όπου συνολικά περισσότερα από 90.000 στρέμματα έχουν καεί για δεύτερη φορά, οπότε απαιτείται αναδάσωση με φυτά που δεν υπάρχουν...
Η βόσκηση των κατσικιών απαγορεύεται σε όλη την Αττική με νόμο του 1993. Μετά την πυρκαγιά του Αυγούστου απαγορεύεται η βόσκηση και άλλων ζώων (προβάτων, βοδιών) στα δάση και τις δασικές εκτάσεις που κηρύσσονται αναδασωτέες (τυπικά η συγκεκριμένη διοικητική πράξη δεν έχει ακόμα εκδοθεί).
Στην Ανατολική Αττική υπολογίζεται ότι υπάρχουν 80.000 - 82.000 αιγοπρόβατα και περίπου 500 εκτροφές. Ωστόσο, παρά τις διαβεβαιώσεις των δασαρχείων ότι γίνονται οι αναγκαίες «περιπολίες» από τους δασοφύλακες, σε μια περιήγηση στην περιοχή πέριξ της λίμνης του Μαραθώνα, σε Ροδόπολη, Σταμάτα, Διόνυσο, Γραμματικό, Βαρνάβα, εντοπίσαμε κοπάδια με κατσίκια που έβοσκαν μέσα στα καμένα, αλλά ούτε έναν δασοφύλακα. Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι σε όλη την Αττική υπηρετούν 49 δασοφύλακες και άρα σε κάθε έναν αναλογεί η φύλαξη περίπου 83.000 στρεμμάτων (η συνολική δασική έκταση αρμοδιότητας των δασαρχείων Αττικής είναι 3.500.000 στρέμματα). Πρακτικά, η επιτήρηση όλης αυτής της έκτασης είναι αδύνατη. Ηδη στις περιοχές που έχουν καεί και ανήκουν στην αρμοδιότητα του δασαρχείου Καπανδριτίου, εντοπίσαμε νεαρές ελιές, που μόλις είχαν φυτευτεί εκεί όπου πριν βρισκόταν δασική βλάστηση.

Tο πρώτο βήμα

Οι ελιές σε μια καμένη έκταση είναι το πρώτο βήμα για τον αποχαρακτηρισμό της, αφού με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται ότι πρόκειται για καλλιεργήσιμη και όχι δασική έκταση, όταν το δασαρχείο πραγματοποιήσει αυτοψία.
Κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, το προσωπικό των δασαρχείων της Αττικής -εκτός των δασοφυλάκων, 40 δασολόγοι και 23 δασοπόνοι- εξέδωσε 2.500 βεβαιώσεις για χαρακτηρισμούς εκτάσεων μετά αίτηση των πολιτών, εντόπισε 900 αυθαίρετα και χειρίστηκε περίπου 2.500 δικογραφίες. Μόνο στο ΣτΕ παραπέμφθηκαν περίπου 300 υποθέσεις.
Είναι φανερό ότι ελάχιστη είναι η δυνατότητα που έχουν οι υπηρεσίες να απασχοληθούν με την πραγματική φροντίδα του δάσους, που αποτελεί ουσιαστικά το βασικό αντικείμενο ενασχόλησης της δασικής υπηρεσίας.
Οπως τονίζει στην «Κ» ο κ. Νίκος Χλύκας, δασολόγος-περιβαλλοντολόγος, σύμφωνα με αυτοψία που πραγματοποίησε επιτροπή επιστημόνων που συστάθηκε από το ΓΕΩΤΕΕ (Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος) προκειμένου να εκτιμηθεί η κατάσταση και οι παρεμβάσεις στις καμένες εκτάσεις, περίπου 90.000 - 100.000 στρέμματα στη Βορειοανατολική Αττική έχουν καεί για δεύτερη ή και τρίτη φορά από τα συνολικά 210.000 στρέμματα που κάηκαν τον Αύγουστο!
«Σε αυτές τις περιοχές πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξει παρέμβαση και να γίνουν αναδασώσεις, καθώς τα πεύκα ήταν πολύ νεαρά και δεν είχαν προλάβει να βγάλουν καρπούς. Κατά συνέπεια, το δάσος σε πολλές περιοχές δεν μπορεί να αναγεννηθεί από μόνο του», τονίζει. Οπως ωστόσο εξηγεί, τα μικρά φυτά που αυτή τη στιγμή υπάρχουν στο φυτώριο της Αμυγδαλέζας με μεγάλη δυσκολία επαρκούν για να φυτευτούν 3.000 - 4.000 στρέμματα. Πρέπει, λοιπόν, να δοθούν χρήματα έτσι ώστε να υπάρξει κατ’ αρχήν φυτικό υλικό, ώστε μέσα στα επόμενα χρόνια να πραγματοποιηθεί αναδάσωση. Ο κ. Χλύκας τονίζει ότι η αναδάσωση κοστίζει περίπου 500 ευρώ το στρέμμα, «συμπεριλαμβανομένου του κόστους της περιποίησης των φυτών για δύο τουλάχιστον χρόνια». Τα στοιχεία ωστόσο δεν επιτρέπουν μεγάλη αισιοδοξία όσον αφορά τις παρεμβάσεις αναδάσωσης, καθώς πέρυσι αναδασώθηκαν λιγότερα από 10.000 στρέμματα σε όλη την Ελλάδα.

Εχουν γίνει υπερβολές όσον αφορά τις παρεμβάσεις

Επιτροπή ειδικών, η οποία έχει αναλάβει να εκτιμήσει τις συνέπειες της πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική, έχει συστήσει το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ), με σκοπό να προταθούν συγκεκριμένα μέτρα για την αποκατάσταση των περιοχών.
Σύμφωνα με τις πρώτα στοιχεία, οι περισσότερες παρεμβάσεις που αφορούν την προστασία των περιοχών από τις πλημμύρες, έχουν πραγματοποιηθεί πέριξ της λίμνης του Μαραθώνα. Κυρίως έχουν τοποθετηθεί κορμοδέματα και κλαδοπλέγματα ενώ σε κάποια σημεία έχουν γίνει και φράγματα από μπετόν, «χωρίς λόγο», όπως επισημαίνουν οι ειδικοί. Ωστόσο μεγάλο πρόβλημα αποτελεί το ότι σε μεγάλο τμήμα των περιοχών που κάηκαν δεν υπάρχει πρώτη ύλη, δηλαδή μεγάλοι κορμοί για να φτιαχτούν τα κορμοδέματα.
Οσον αφορά τα φράγματα που κατασκευάστηκαν στα ρέματα, ο κ. Αντώνης Αγγελόπουλος, γεωλόγος, μέλος της Επιτροπής και αντιπρόεδρος του παραρτήματος του ΓΕΩΤΕΕ Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, τονίζει ότι υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις. «Εχουν γίνει υπερβολές όσον αφορά τις παρεμβάσεις. Για παράδειγμα, στο ρέμα του Αγ. Βαρνάβα έχει τοποθετηθεί μόνιμη παρέμβαση από μπετόν, ενώ υπάρχουν τουλάχιστον δύο παλαιά πέτρινα φράγματα που θα μπορούσαν να ανασκευαστούν», τονίζει. «Αντίθετα, στο ρέμα του Αγίου Στεφάνου τα αντιδιαβρωτικά έργα είναι προς τη θετική κατεύθυνση. Εχει φτιαχτεί φράγμα με συρματοκιβώτια, τεχνική περισσότερο φιλική προς το περιβάλλον, καθώς το φράγμα συγκρατεί τα φερτά υλικά, αλλά επιτρέπει στο νερό να περνά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***