Σελίδες

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Το νέο δασικό νομοσχέδιο υπέρ των μονοπωλιακών ομίλων

Tου Αντώνη Ραλλάτου

Στις επόμενες μέρες αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή από τη συγκυβέρνηση ΝΔ–ΠΑΣΟΚ το νέο δασικό νομοσχέδιο. Πριν ένα χρόνο περίπου είχε δοθεί στη δημόσια διαβούλευση ως ένα από τα δύο κεφάλαια του νομοσχεδίου για τα υδατορέματα και αποσύρθηκε λόγω των αντιδράσεων που ξεσηκώθηκαν.
Η πρόθεση της συγκυβέρνησης αποτελεί συνέχεια της κυβερνητικής πολιτικής διαχρονικά στον τομέα των Δασών.
Για να απαντήσουμε στο ερώτημα τι καινούργιο φέρνει το νομοσχέδιο, είναι απαραίτητη μια σύντομη ιστορική αναδρομή.
Αμέσως μετά την ισχύ του Συντάγματος του 1975, στο οποίο περιλήφθηκαν διατάξεις για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων (άρθρα 24 και 117), ξεκίνησαν οι προσπάθειες για την ανατροπή τους.
Η πρώτη προσπάθεια έγινε με το Ν. 998/1979 (κυβέρνηση ΝΔ), με τον οποίο περίπου 15 εκατομμύρια στρέμματα χορτολιβαδικών εκτάσεων αποδεσμεύτηκαν από την προστασία της δασικής νομοθεσίας και άλλαξαν χρήση.
Η επόμενη προσπάθεια έγινε με το Ν. 1734/1987 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ), γνωστός ως νόμος για τα βοσκοτόπια, με τον οποίο επιχειρήθηκε η αφαίρεση της συνταγματικής προστασίας περίπου 40 εκατ. στρεμμάτων δασικών εκτάσεων, μέσω της μετονομασίας τους σε βοσκότοπους. «Βάφτισαν» δηλαδή τη χρήση σε χαρακτήρα προκειμένου να διευκολυνθεί η μεταβολή του προορισμού τους. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε διότι οι βασικές διατάξεις του νόμου κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το ΣτΕ. Για το λόγο αυτό, η επόμενη προσπάθεια ήταν να αλλάξει το περιεχόμενο του άρθρου 24 κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001. Συνέχεια της αναθεώρησης αυτής ήταν ο κατ' επιταγήν της αναθεώρησης νόμος 3208/2003 για την «προστασία» των δασικών οικοσυστημάτων.
Η ουσία όλων των αλλαγών μετά το 1975 κατατείνει στη διευκόλυνση της μεταβολής του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων και στην εμπορευματοποίησή τους μέσω της αλλαγής του χαρακτήρα και της ιδιοκτησίας τους.
«Κορυφαία» στιγμή η αναθεώρηση των άρθρων 24 και 117 του Συντάγματος το 2001 (κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ), η οποία κρίθηκε «επιβεβλημένη» γιατί «…τόσο πριν από το έτος 2001 όσο και μετά η νομολογία είχε οδηγηθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε ανελαστικές παραδοχές σε ό,τι αφορά τις δασικές εκτάσεις, που παραγνώριζαν πραγματικές καταστάσεις διαμορφωμένες εδώ και δεκαετίες, μη εξυπηρετώντας πάντοτε το δημόσιο συμφέρον με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και καταλήγοντας συχνά σε ανεπιεικείς λύσεις…».
Να σημειώσουμε τη διαμορφωμένη πάγια νομολογία του ΣτΕ, το οποίο ερμηνεύοντας σωστά την έννοια του δημοσίου συμφέροντος και σεβόμενο την ανάγκη προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος, έβαλε φραγμό στις κατά καιρούς προσπάθειες εμπορευματοποίησης της δασικής γης.
Με την παραπάνω αναθεώρηση νομιμοποιούνταν συνταγματικά όλες οι προ του έτους 1975 παράνομες εκχερσώσεις δασών και δασικών εκτάσεων, με παράλληλη κατάργηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στις εκτάσεις αυτές, αφού δεν θα ισχύει το μαχητό υπέρ του Δημοσίου τεκμήριο κυριότητας.
Θυμίζουμε ότι τα δάση, εκτός από πολύτιμα φυσικά οικοσυστήματα, αποτελούν και το βασικό κορμό της ελληνικής δημόσιας κτήσης γιατί περιήλθαν στο νέο ελληνικό κράτος με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, όχι διά καταβολής αποζημιώσεως στο σουλτάνο, αλλά «πολεμικώς και δημευτικώς», δηλαδή όχι ως ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου αλλά ευθύς εξαρχής ως δημόσια κτήση.
Τονίζουμε επίσης ότι στους λόγους «εθνικού συμφέροντος» που επιτρέπουν τη μεταβολή του προορισμού των δασικών εκτάσεων εισαγόταν παράλληλα σαφή συνταγματική διάκριση των εκτάσεων αυτών από τα δάση και επιδίωκαν να έχουν πιο «χαλαρή» προστασία.
Όμως στη δασική οικολογία δεν υφίσταται η έννοια της δασικής έκτασης, διότι τα δάση, οι δασικές, καθώς και οι γυμνές εντός αυτών εκτάσεις θεωρούνται ενιαία οικοσυστήματα που έχουν την ίδια ανάγκη προστασίας και υπόκεινται στους ίδιους κανόνες διαχείρισης. Για πρώτη φορά στο Ν. 998/79 εισάγεται ο αυθαίρετος νομικός όρος «δασικές εκτάσεις», προκειμένου να στηρίξει κυρίως τον επιδιωκόμενο στόχο. Κατά την αναθεώρηση του άρθρου 24 του Συντάγματος το 2001, συμπεριλήφθηκε ερμηνευτική δήλωση με ποσοτικά κριτήρια στον ορισμό του δάσους και της δασικής έκτασης. Αυτό άνοιξε το δρόμο για να ψηφιστεί επίσης για πρώτη φορά νόμος για τα δάση (Ν. 3208/2003), στον οποίο τα κριτήρια για το χαρακτηρισμό μιας έκτασης ως δάσους ή δασικής είναι κυρίως ποσοτικά.
Στην αιτιολογική έκθεση αναφερόταν επίσης «… ότι οι προτεινόμενες αυτές ρυθμίσεις συνάδουν και με την αρχή της αειφορίας ή της βιώσιμης ανάπτυξης». Η βιώσιμη ανάπτυξη προβλέπει, στο όνομα της «προστασίας» του φυσικού περιβάλλοντος, την «αξιοποίησή» του, στο πλαίσιο της «ανάπτυξης».
Στο άρθρο 1 του Ν. 3208/2003 έγιναν προσφυγές γιατί η αλλαγή των ποσοτικών στοιχείων που προέβλεπε, οδηγούσε εκατομμύρια στρέμματα εκτάσεων, που μέχρι τότε θεωρούνταν δασικές, σε «αποδέσμευση» από τη συνταγματική προστασία, με πρόσθετη συνέπεια να μην ισχύει για αυτές ούτε το μαχητό υπέρ του Δημοσίου τεκμήριο κυριότητας.
Η δικαστική απόφαση υπέρ των αιτήσεων ακύρωσης λόγω αντισυνταγματικότητας του άρθρου 1 του παραπάνω νόμου, το οποίο περιέχει τα ποσοτικά κριτήρια για το χαρακτηρισμό των εκτάσεων ως δασών ή δασικών, είχε ως αποτέλεσμα να μην εφαρμοσθούν το ποσοτικά στοιχεία του άρθρου και αποφεύχθηκαν οι καταστροφικές για τα δάση, τις δασικές εκτάσεις, αλλά και τα δικαιώματα του Δημοσίου συνέπειες που θα άνοιγαν το δρόμο σε μελλοντική δυσμενέστερη για τα δάση αναπροσαρμογή των ποσοτικών κριτηρίων (π.χ. η εδαφοκάλυψη από 25% για τις δασικές και 30% για τα δάση να γίνει 40% για τις δασικές και 50% για τα δάση ή ακόμη περισσότερο).
Η σημερινή συγκυβέρνηση, στο πλαίσιο της πολιτικής γης και πράσινης ανάπτυξης, του χωροταξικού σχεδιασμού, συνολικότερα της οργάνωσης του κοινωνικού χώρου, που είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με το πλαίσιο των σχέσεων παραγωγής στις οποίες κινούνται, αντιμετωπίζει το ζήτημα ότι οι μέχρι σήμερα «πρωτοβουλίες» δεν «απελευθέρωσαν» τη δασική γη, τα δασικά οικοσυστήματα από τη νομική προστασία, ώστε να αποτελέσουν κερδοφόρα διέξοδο στα συσσωρευμένα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Γι' αυτό και η πρόθεσή της που θα διαπερνά το νέο νομοσχέδιο είναι να επιτρέπονται ουσιαστικά όλες οι επεμβάσεις που ενδιαφέρουν τους μονοπωλιακούς ομίλους στα δάση και τις δασικές εκτάσεις και όχι να συνεχίσει τις «πρωτοβουλίες» αλλαγής χαρακτήρα, προορισμού, ιδιοκτησίας, που από το 1975 μέχρι σήμερα έβγαιναν αντισυνταγματικές ή δημιουργούσαν «εμπόδια» στην «ελευθερία» της επιχειρηματικής δραστηριότητας, των συμφερόντων και των επιλογών της άρχουσας τάξης και των ομίλων.
Άλλωστε στις σημερινές συνθήκες της όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης, ένα μεγάλο μέρος της στρατηγικής της αστικής τάξης για τη λεγόμενη πράσινη ανάπτυξη, την οποία η συγκυβέρνηση υλοποιεί, εμφανίζεται μέσα από την προώθηση επιλογών στο επίπεδο της γης, του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, υποτάσσεται, αντικειμενικά, στους νόμους της αγοράς και της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων. Είναι άρρηκτα δεμένος με την εμπορευματοποίηση της γης και τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που έχουν συνδιαμορφώσει οι αστικές κυβερνήσεις και προωθούνται στο πλαίσιο και της ΕΕ.

Πηγή: 902.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***