Σήμερα είναι μεγάλη γιορτή και σε όλη την Ελλάδα γιορτάζουν την Παναγία με πανηγύρια, ψητά και χορούς. Τα περισσότερα από αυτά τα δρώμενα μάς φέρνουν στο μυαλό το echo του αρμονίου της ορχήστρας που είναι ανεβασμένη στο πάλκο, ενώ κάποιοι και κάποιες ψάχνουν από «πηγές» το καλό το πανηγύρι που παίζει η αυθεντική ορχήστρα με τα σωστά νησιώτικα, δημοτικά ή κρητικά. Όχι απαραίτητα για να γιορτάσουμε την Παναγία, αλλά για να γιορτάσουμε γενικώς. Να βρούμε αφορμή να χορέψουμε, να πιούμε, να έρθουμε σε επαφή με τα χωριά και την ύπαιθρο, να ξεφαντώσουμε γνήσιοι/ες βάκχες και βακχίδες σα να μη υπάρχει η άλλη μέρα, σα να μην υπάρχουν οι επόμενες μέρες που όλα αυτά γίνονται μια περασμένη εικόνα στο story που ανεβάσαμε και επιστρέφουμε στη μη-διονυσιακή (ούτε και απολλώνια όμως) καθημερινότητα. Κι έπειτα, επιστρέφουμε σε μια καθημερινότητα που έχει καθυποτάξει τη ζεύξη διονυσιακού και απολλώνιου και αντί να γεννά τραγωδίες που μιλούν στη σκέψη, το σώμα και την ψυχή, όπως ας πούμε τα έργα που γράφονταν στην αρχαία Ελλάδα σύμφωνα με τον Νίτσε, γεννά τραγωδίες έργων που το μυαλό ίσως μπορεί να επεξεργαστεί αλλά το σώμα και η ψυχή αρνούνται.
Κι έτσι, μετά το περσινό καλοκαίρι, όπου η Μεγαλόχαρη δεν έκανε το θαύμα της και δεν έσωσε τους ανθρώπους, τα ζώα και τη φύση από την καταστροφή και τον θάνατο, έρχεται το φετινό καλοκαίρι, όπου η ίδια (ή μήπως κάποια άλλη;) Μεγαλόχαρη επίσης απέχει από θαύματα και αφήνει μέχρι στιγμής ζώα και φύση στο έλεος αυτής της —με καινούργιους όρους— τραγωδίας που βιώνουμε εν μέσω του συστήματος που μας γεννά. Και, φυσικά, η μομφή δεν ανήκει σε καμία Μεγαλόχαρη και σε καμιά πίστη κανενός ανθρώπου. Ανήκει σε όσους γνωρίζοντες τι προκαλεί την καταστροφή επικαλούνται θαύματα και ξωτικά για να αποδώσουν αλλού τις ευθύνες. Αφού πρώτα μας έχουν πείσει για το μεγαλειωδέστερο των θαυμάτων, αυτό της ανάπτυξης.
Και κάπως έτσι, αρχίζουμε να τα βάζουμε με τη φύση που καταστρέφουμε. Ο Στρατηγός Άνεμος, κατά Βύρωνα Πολύδωρα το 2007 με την καταστροφή στην Ηλεία, είναι ανίκητος και «ορίζει πολλά πράγματα για τη δράση μας». Ο αέρας γίνεται ενοχλητικός κάθε καλοκαίρι όχι μόνο γιατί σηκώνει κύμα στις παραλίες του Αιγαίου και της Νότιας Κρήτης και δεν μας αφήνει να απολαύσουμε τα μπάνια μας τον Αύγουστο, αλλά και γιατί επεκτείνει τις φωτιές και μαυρίζει τα δάση και τους ουρανούς μας. Λες και τον υπόλοιπο χρόνο τα δάση είναι καταπράσινα και οι ουρανοί καταγάλανοι. Λες και όλον τον υπόλοιπο χρόνο τις συμβάσεις για τις χωματερές και τις εξορύξεις τις υπογράφουμε εμείς και όχι ένα ολόκληρο πολιτικό σύστημα που δεν διστάζει να προσφέρει κι άλλα κέρδη σε αυτούς που αδηφάγα τρώνε τη γη και τη θάλασσα. Λες και δεν ξέρουν ότι αν παραδώσεις το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Κρητικό Πέλαγος στις ορέξεις των εταιρειών πετρελαίου, τα πελάγη αυτά θα γεμίσουν πετρέλαιο. Λες και δεν ξέρουν ότι αν υπογράψουν για υδρογονάνθρακες και αιολικά πάρκα στα βουνά, οι τόποι αυτοί θα γίνουν στάχτη για να φιλοξενήσουν τις επενδύσεις. Λες και δεν ξέρουν ότι αν παραχωρήσουν τον αιγιαλό και τις παραλίες σε παντός είδους επιχειρήσεις τουρισμού, οι παραλίες αυτές σε λίγο θα καταστραφούν.
Και όλο και περισσότερα νομοθετήματα και συμβάσεις εγγυώνται ότι η καταστροφή αυτή θα συνεχίσει να εξαπλώνεται. Όλο και περισσότερο θα απαλλάσσονται όσοι φέρνουν τον θάνατο στις ψυχές και τα σώματά μας. Στον βωμό της ανάπτυξης.
Για τις φετινές φωτιές σε Υμηττό, Εύβοια, Ελαφόνησο, Βοιωτία κ.α. —συνολικά πάνω από 60 πυρκαγιές σε μια μέρα καταγράφηκαν το σαββατοκύριακο— θα φταίει πάλι ο στρατηγός άνεμος. Για τις πλημμύρες στη Χαλκιδική, θα φταίει ο ατίθασος Ποσειδώνας. Για τις βρώμικες θάλασσες, δεν ξέρω. Ίσως οι Τούρκοι, που τις μολύνουν επίτηδες για να πάει ο τουρισμός στις δικές τους ακτές. Οι οποίες γίνονται το ίδιο με τις ελληνικές, πηγμένες στις υποδομές για μαζικό τουρισμό, σε λίγο πιο φτηνές τιμές από τις ελληνικές. Και λίγο πιο μέσα, στην πανέμορφη περιοχή του Τσανάκαλε, καναδική εταιρεία έχει ήδη αρχίσει να μετατρέπει το έδαφος στις δικές τους «Σκουριές».
Το μυαλό μας μπορεί να κατανοήσει ότι όσο ζούμε μέσα σε έναν αδηφάγο καπιταλισμό που το πρόσκαιρο κέρδος των λίγων γίνεται το κριτήριο ολοκληρωτικής καθυπόταξης της φύσης, της εργασίας και του πολιτισμού, οι φωτιές, οι πλημμύρες και ο θάνατος θα είναι κομμάτι της μη-διονυσιακής και μη-απολλώνιας καθημερινότητάς μας. Και όσο κι αν η ψυχή και το σώμα μας ψάχνουν να ξεφαντώνουν σε πανηγύρια δεκαπενταυγουστιάτικα, το βλέμμα μας δεν μπορεί παρά να πέσει κάποια στιγμή πάνω στην Εύβοια, τον Υμηττό, τη Βοιωτία ή την Ελαφόνησο. Και δεν θα έχει πουθενά να ξαποστάσει από την αγριότητα της εργασίας ή της ανεργίας που βιώνουμε εκτός πανηγυριών.
Κάποιοι και κάποιες συνεχίζουν να πιστεύουν στα θαύματα. Ευτυχώς υπάρχουν άλλοι και άλλες που το θαύμα το περιμένουν μέσα από τη δράση τους. Ξέρουν ότι ή θα το κάνουν οι ίδιοι και οι ίδιες ή δεν θα γίνει καθόλου. Έχουμε νέα: η Μεγαλόχαρη δεν θα έρθει ή θα αργήσει τουλάχιστον μια μέρα κι αν τύχει και φανεί τώρα μπροστά μας κανένα σημάδι από το υπερπέραν, μάλλον δεν θα είναι για καλό.
Υ.Γ. για τους διονυσιακούς χορούς τού παρόντος και του μέλλοντός μας, σε τόπους ξακουστούς και εύφορους, σε ρέματα και βουνοκορφές, σε πηγές και περιβόλια και δρομάκια όμορφων πόλεων, όπου τα πόδια μας δεν θα λυγάνε από την καταστροφή και τη θλίψη:
Πολυσήμαντε, χαρά των ομματιών της νύφης απ’ τη Θήβα, σπορά του Δία που βροντά κι αστράφτει· την ξακουστή που σκέπεις Ιταλία· που βασιλεύεις στους αγρούς της Ελευσίνας, στα πανηγύρια της Δηώς, Βάκχε, που κατοικείς στη Θήβα, τη μάνα πόλη των Βακχών, κοντά στο ρέμα του Ισμηνού, εκεί κοντά που σπάρθηκαν του Δράκου τ’ άγρια δόντια. Της δάδας ο λαμπρός καπνός στο βράχο με τις δυο κορφές σ’ αντίκρισε· εκεί που σεργιανούν βακχεύοντας οι νύμφες οι Κωρύκιες· εκεί που ρέει το νερό της Κασταλίας κρήνης. Από της Νύσας τα βουνά μαζί σου κατηφόρισαν οι λόφοι του κισσού, τα περιγιάλια τα χλωρά με τα πολλά σταφύλια και πάνε συντροφιά σου, όταν στης Θήβας τα σοκάκια τριγυρνάς κι όταν τραγούδια θεϊκά λαλούν οι γλεντοκόποι.
Σοφοκλέους, «Αντιγόνη», στ. 1115-1136, μετάφραση: Κ.Χ. Μύρης
Πηγή: Το Περιοδικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***