(βουλευτής νεοναζιστικού εθνικιστικού κόμματος) |
Τα βλέπαμε. Αλλά ποιος μπορούσε να αντιδράσει αποτελεσματικά. Μόνοι μας τα λέγαμε, μόνοι μας τ’ ακούγαμε. Σεισμογράφοι υπάρχουν στην κοινωνία, αλλά ποιος τους λαμβάνει υπ’ όψιν, ιδιαίτερα όταν οι δονήσεις είναι χαμηλής έντασης και μεγάλης διάρκειας και αναδιαμορφώνουν τα λαϊκά στρώματα σταδιακά και φαινομενικά ανώδυνα.
Σε εποχές που το χρήμα ρέει, οι βιτρίνες είναι φωτισμένες, τα ράφια στα σουπερμάρκετ γεμάτα, τα δάνεια εύκολα και το θέαμα-ακρόαμα ξέχειλο, οι πληροφορίες από τις χορτασμένες αισθήσεις διυλίζονται από τα φίλτρα που έντεχνα τοποθετεί το σύστημα στον πολίτη-καταναλωτή. Τα σήματα κινδύνου δεν φτάνουν ποτέ στο κέντρο επεξεργασίας του εγκεφάλου ή φτάνουν, ακόμα και στους πολίτες που βρίσκονται σε κάποια επιφυλακή, εξασθενημένα.
Σεισμογράφος ακριβείας
Το λαϊκό τραγούδι είναι ένας τέτοιος σεισμογράφος και, μάλιστα, μεγάλης ακριβείας. Καταγράφει τα ρεύματα και τις τάσεις και τα αποτυπώνει με τους δικούς του κώδικες. Για παράδειγμα, μόνο στο τραγούδι θίχτηκε το ζήτημα της μετανάστευσης με τόση καθαρότητα και έμφαση. Επίσης, στο τραγούδι αποτυπώθηκε με εξονυχιστική λεπτομέρεια το κυρίαρχο λάιφσταϊλ της τελευταίας εικοσαετίας. Η συντελούμενη καταστροφή εκδηλωνόταν με ενεργητικό και παθητικό τρόπο, μέσα από τη γκλαμουριά και το χαβαλέ του φτηνού εμπορεύματος και μέσα από την απουσία του ποιοτικού λαϊκού τραγουδιού. Ένα χάσμα πρωτόγνωρο για το ελληνικό τραγούδι. Ένα χάσμα που δεν έγινε πλατιά αντιληπτό.
Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που άρχισε μετ’ εμποδίων η εθνική ανασυγκρότηση και οι λαϊκές κοινότητες ήταν συμπαγείς και παραγωγικές, παρ’ όλο που υπήρχε φτώχεια και βαριά καταπιεστικό πολιτικό κλίμα, μέσα από το τραγούδι εκφράστηκε ο πόνος, ο μόχθος, η διαμαρτυρία, αλλά και η αισιοδοξία για μια καλύτερη ζωή. Στα χρόνια της δικτατορίας, το τραγούδι αποτέλεσε ένα ισχυρό αντίδοτο στη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και την πολιτισμική ισοπέδωση. Στη μεταπολίτευση, με το τραγούδι εκφράστηκε η ισχυρή τάση πολιτικής και πολιτισμικής ανάκαμψης που κράτησε τουλάχιστον μια δεκαετία. Η ποιότητα ήταν ανέκαθεν ένα από τα κύρια γνωρίσματα του λαϊκού τραγουδιού και ένα άλλο ήταν το εύρος της απήχησής του που κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Από τα περιθωριακά άτομα από τα οποία ξεκίνησε στη δεκαετία του 1930 έφτασε να εκφράζει το σύνολο σχεδόν των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων, μεγάλης μερίδας της νεολαίας και των διανοουμένων συμπεριλαμβανομένων.
Με την επικράτηση του λάιφσταϊλ και την πολιτισμική διάβρωση των λαϊκών στρωμάτων, το λαϊκό τραγούδι έπαθε ασφυξία στη βάση του και διακόπηκε η ομαλή διαδοχή και μετεξέλιξή του. Ο πολίτης άρχισε να ζει όλο και πιο ατομικά, περισσότερο κλεισμένος στο σπίτι του, μπροστά στην τηλεόραση. Η παραδοσιακή κοινότητα, η γειτονιά, η συλλογικότητα θρυμματίστηκε. Το εργαστήρι ζύμωσης, διαμόρφωσης και εκδήλωσης της λαϊκής τέχνης έχασε το φυσικό του περιβάλλον. Η λαϊκή δημιουργία στειρώθηκε.
Φέτος, 40 χρόνια από το θάνατο του Μάρκου Βαμβακάρη και του Γιάννη Παπαϊωάννου, 30 από το θάνατο του Μάνου Λοΐζου και 20 από το θάνατο του Γιώργου Ζαμπέτα, η απουσία λαϊκών δημιουργών πανελλήνιας εμβέλειας είναι πλέον εμφανής. Οι σύγχρονοι τραγουδοποιοί, με την αναμφισβήτητη αξία που έχουν, δεν αναπληρώνουν αυτό το κενό, γιατί οι μουσικές και οι στίχοι τους δεν έχουν την ίδια διείσδυση στο ευρύ και πολύμορφο ακροατήριο που είχαν τα τραγούδια του Τσιτσάνη, του Καλδάρα ή του Θεοδωράκη και του Ξαρχάκου. Το ακροατήριο διασπάστηκε και το «λαϊκό» με το «ποιοτικό» που ήταν ενιαία, διαχωρίστηκαν. Από τη μια ο Φοίβος κι απ’ την άλλη ο Μάλαμας. Σε άλλες εποχές, ο Χατζιδάκις συνυπήρχε με τον Ζαμπέτα και ο Άσιμος με τον Άκη Πάνου. Σήμερα, όμως, το λαϊκό τραγούδι έχει υποστεί καθίζηση γιατί η λαϊκή του βάση αλλοιώθηκε και κατακερματίσθηκε. Η δημοτικότητα των κλασικών λαϊκών τραγουδιών δείχνει ότι παραμένουν στη σπονδυλική στήλη της λαϊκής κουλτούρας, ως διαχρονικός θησαυρός, αλλά με τη διαφορά ότι δεν γεννιούνται νέα, δεν υπάρχει συνέχεια. Αυτή η μεταστροφή της λαϊκής κουλτούρας, μας είχε βάλει σε μεγάλη ανησυχία από νωρίς, γιατί έδειχνε ότι προοιωνίζεται πολύ αρνητικές εξελίξεις, αλλά ήταν αδύνατο να εισακουσθούν οι προειδοποιήσεις μας αφού η κοινωνία, που έπλεε σε πελάγη καταναλωτικής έξαρσης, κώφευε.
Το λαϊκό τραγούδι είναι ένας τέτοιος σεισμογράφος και, μάλιστα, μεγάλης ακριβείας. Καταγράφει τα ρεύματα και τις τάσεις και τα αποτυπώνει με τους δικούς του κώδικες. Για παράδειγμα, μόνο στο τραγούδι θίχτηκε το ζήτημα της μετανάστευσης με τόση καθαρότητα και έμφαση. Επίσης, στο τραγούδι αποτυπώθηκε με εξονυχιστική λεπτομέρεια το κυρίαρχο λάιφσταϊλ της τελευταίας εικοσαετίας. Η συντελούμενη καταστροφή εκδηλωνόταν με ενεργητικό και παθητικό τρόπο, μέσα από τη γκλαμουριά και το χαβαλέ του φτηνού εμπορεύματος και μέσα από την απουσία του ποιοτικού λαϊκού τραγουδιού. Ένα χάσμα πρωτόγνωρο για το ελληνικό τραγούδι. Ένα χάσμα που δεν έγινε πλατιά αντιληπτό.
Από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που άρχισε μετ’ εμποδίων η εθνική ανασυγκρότηση και οι λαϊκές κοινότητες ήταν συμπαγείς και παραγωγικές, παρ’ όλο που υπήρχε φτώχεια και βαριά καταπιεστικό πολιτικό κλίμα, μέσα από το τραγούδι εκφράστηκε ο πόνος, ο μόχθος, η διαμαρτυρία, αλλά και η αισιοδοξία για μια καλύτερη ζωή. Στα χρόνια της δικτατορίας, το τραγούδι αποτέλεσε ένα ισχυρό αντίδοτο στη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και την πολιτισμική ισοπέδωση. Στη μεταπολίτευση, με το τραγούδι εκφράστηκε η ισχυρή τάση πολιτικής και πολιτισμικής ανάκαμψης που κράτησε τουλάχιστον μια δεκαετία. Η ποιότητα ήταν ανέκαθεν ένα από τα κύρια γνωρίσματα του λαϊκού τραγουδιού και ένα άλλο ήταν το εύρος της απήχησής του που κάλυπτε το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας. Από τα περιθωριακά άτομα από τα οποία ξεκίνησε στη δεκαετία του 1930 έφτασε να εκφράζει το σύνολο σχεδόν των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων, μεγάλης μερίδας της νεολαίας και των διανοουμένων συμπεριλαμβανομένων.
Με την επικράτηση του λάιφσταϊλ και την πολιτισμική διάβρωση των λαϊκών στρωμάτων, το λαϊκό τραγούδι έπαθε ασφυξία στη βάση του και διακόπηκε η ομαλή διαδοχή και μετεξέλιξή του. Ο πολίτης άρχισε να ζει όλο και πιο ατομικά, περισσότερο κλεισμένος στο σπίτι του, μπροστά στην τηλεόραση. Η παραδοσιακή κοινότητα, η γειτονιά, η συλλογικότητα θρυμματίστηκε. Το εργαστήρι ζύμωσης, διαμόρφωσης και εκδήλωσης της λαϊκής τέχνης έχασε το φυσικό του περιβάλλον. Η λαϊκή δημιουργία στειρώθηκε.
Φέτος, 40 χρόνια από το θάνατο του Μάρκου Βαμβακάρη και του Γιάννη Παπαϊωάννου, 30 από το θάνατο του Μάνου Λοΐζου και 20 από το θάνατο του Γιώργου Ζαμπέτα, η απουσία λαϊκών δημιουργών πανελλήνιας εμβέλειας είναι πλέον εμφανής. Οι σύγχρονοι τραγουδοποιοί, με την αναμφισβήτητη αξία που έχουν, δεν αναπληρώνουν αυτό το κενό, γιατί οι μουσικές και οι στίχοι τους δεν έχουν την ίδια διείσδυση στο ευρύ και πολύμορφο ακροατήριο που είχαν τα τραγούδια του Τσιτσάνη, του Καλδάρα ή του Θεοδωράκη και του Ξαρχάκου. Το ακροατήριο διασπάστηκε και το «λαϊκό» με το «ποιοτικό» που ήταν ενιαία, διαχωρίστηκαν. Από τη μια ο Φοίβος κι απ’ την άλλη ο Μάλαμας. Σε άλλες εποχές, ο Χατζιδάκις συνυπήρχε με τον Ζαμπέτα και ο Άσιμος με τον Άκη Πάνου. Σήμερα, όμως, το λαϊκό τραγούδι έχει υποστεί καθίζηση γιατί η λαϊκή του βάση αλλοιώθηκε και κατακερματίσθηκε. Η δημοτικότητα των κλασικών λαϊκών τραγουδιών δείχνει ότι παραμένουν στη σπονδυλική στήλη της λαϊκής κουλτούρας, ως διαχρονικός θησαυρός, αλλά με τη διαφορά ότι δεν γεννιούνται νέα, δεν υπάρχει συνέχεια. Αυτή η μεταστροφή της λαϊκής κουλτούρας, μας είχε βάλει σε μεγάλη ανησυχία από νωρίς, γιατί έδειχνε ότι προοιωνίζεται πολύ αρνητικές εξελίξεις, αλλά ήταν αδύνατο να εισακουσθούν οι προειδοποιήσεις μας αφού η κοινωνία, που έπλεε σε πελάγη καταναλωτικής έξαρσης, κώφευε.
Στείρωση πολιτισμική
Αυτή η στείρωση της λαϊκής κουλτούρας συντελέσθηκε συν τω χρόνω, αλλά εντάθηκε από τη βίαιη κυριαρχία της τηλεόρασης και του σύγχρονου μάρκετινγκ που από κοινού μετάλλαξαν τον πολίτη-μέλος μιας παραγωγικής συλλογικότητας σε πολίτη της ατομικότητας και της κατανάλωσης. Στη διαδικασία αυτή, για να καμφθούν όλες οι αντιστάσεις που προέρχονταν από μια μακριά περίοδο αγωνιστικότητας και συσπείρωσης και από ένα πολιτισμό χειροποίητο και αυτάρκη, χρησιμοποιήθηκαν όλα τα σύγχρονα μέσα απαλλοτρίωσης των συνειδήσεων, όπως η τηλεόραση, η διαφήμιση, η παραπλάνηση, η εξαγορά κ.λπ.αποι
Παράλληλα, εξελισσόταν στοχευμένα η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής και η αποβιομηχάνιση, που εξάρθρωναν τα στηρίγματα της εθνικής οικονομίας και την εξαρτούσαν πλήρως από τα ξένα ολιγοπώλια. Η βασανιστική πορεία εθνικής ανασυγκρότησης που είχε ξεκινήσει κουτσά στραβά μετά τον πόλεμο, ανατρεπόταν εκ θεμελίων και η χώρα υπαγόταν ξανά σε καθεστώς επιτήρησης και υποτέλειας που ολοκληρώνεται με το καθολικό ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου και την καταστροφή των μικροεπιχειρήσεων, βιοτεχνιών και καταστημάτων, αφαιρώντας από τους πολίτες κάθε πρωτοβουλία και ανεξαρτησία τόσο σε εθνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Δηλαδή, μετά την καταστροφή των συλλογικοτήτων, βρίσκεται σε ταχεία εξέλιξη και η καταστροφή των ατομικοτήτων. Η Ελλάδα επιστρέφει βίαια σε καθεστώς αποικίας.
Η εκτόξευση της Χρυσής Αυγής ξάφνιασε τους εφησυχασμένους από την ευημερία και το λάιφσταϊλ, που είναι άφθονοι από τα δεξιά ώς τα αριστερά. Οι πιο προσεκτικοί παρατηρητές, από το περιθώριο, που διαισθάνονταν ότι αυτή θα ήταν μία πιθανή απόρροια της πολιτισμικής μετάλλαξης όταν το οικονομικό μοντέλο καταρρεύσει, χαρακτηρίζονταν γραφικοί και ακραίοι. Οι αντικαθεστωτικοί αντιδρούσαν ανάλογα με το βαθμό ριζοσπαστικοποίησής τους, αλλά τα «εργαλεία» τους δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες του προβλήματος που μεγεθυνόταν υπογείως. Αντιθέτως, οι καθεστωτικοί όχι μόνο δεν είχαν καμία ιδιαίτερη ανησυχία αφού ο φασισμός δεν είναι αντισυστημικός και δεν απειλεί τον καπιταλισμό, αλλά προετοίμαζαν και το έδαφος για την ανάπτυξή του. Οι πολιτικές χειραγώγησης της κοινωνίας που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου προϋποθέτουν την «κατασκευή» ενός πολίτη πειθήνιου στις επιταγές της αγοράς. Αλλά αυτός ο πειθήνιος πολίτης όταν αρχίσει να χάνει τις ανέσεις του, εν μέρει αληθινές και εν μέρει εικονικές, δεν έχει πλέον τα ηθικά αντίβαρα και τα πολιτισμικά κριτήρια για να αντιληφθεί τη φύση του προβλήματος, να αμυνθεί, να εξεγερθεί και να ανατρέψει τους βιαστές του.
Αυτή η στείρωση της λαϊκής κουλτούρας συντελέσθηκε συν τω χρόνω, αλλά εντάθηκε από τη βίαιη κυριαρχία της τηλεόρασης και του σύγχρονου μάρκετινγκ που από κοινού μετάλλαξαν τον πολίτη-μέλος μιας παραγωγικής συλλογικότητας σε πολίτη της ατομικότητας και της κατανάλωσης. Στη διαδικασία αυτή, για να καμφθούν όλες οι αντιστάσεις που προέρχονταν από μια μακριά περίοδο αγωνιστικότητας και συσπείρωσης και από ένα πολιτισμό χειροποίητο και αυτάρκη, χρησιμοποιήθηκαν όλα τα σύγχρονα μέσα απαλλοτρίωσης των συνειδήσεων, όπως η τηλεόραση, η διαφήμιση, η παραπλάνηση, η εξαγορά κ.λπ.αποι
Παράλληλα, εξελισσόταν στοχευμένα η συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής και η αποβιομηχάνιση, που εξάρθρωναν τα στηρίγματα της εθνικής οικονομίας και την εξαρτούσαν πλήρως από τα ξένα ολιγοπώλια. Η βασανιστική πορεία εθνικής ανασυγκρότησης που είχε ξεκινήσει κουτσά στραβά μετά τον πόλεμο, ανατρεπόταν εκ θεμελίων και η χώρα υπαγόταν ξανά σε καθεστώς επιτήρησης και υποτέλειας που ολοκληρώνεται με το καθολικό ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου και την καταστροφή των μικροεπιχειρήσεων, βιοτεχνιών και καταστημάτων, αφαιρώντας από τους πολίτες κάθε πρωτοβουλία και ανεξαρτησία τόσο σε εθνικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Δηλαδή, μετά την καταστροφή των συλλογικοτήτων, βρίσκεται σε ταχεία εξέλιξη και η καταστροφή των ατομικοτήτων. Η Ελλάδα επιστρέφει βίαια σε καθεστώς αποικίας.
Η εκτόξευση της Χρυσής Αυγής ξάφνιασε τους εφησυχασμένους από την ευημερία και το λάιφσταϊλ, που είναι άφθονοι από τα δεξιά ώς τα αριστερά. Οι πιο προσεκτικοί παρατηρητές, από το περιθώριο, που διαισθάνονταν ότι αυτή θα ήταν μία πιθανή απόρροια της πολιτισμικής μετάλλαξης όταν το οικονομικό μοντέλο καταρρεύσει, χαρακτηρίζονταν γραφικοί και ακραίοι. Οι αντικαθεστωτικοί αντιδρούσαν ανάλογα με το βαθμό ριζοσπαστικοποίησής τους, αλλά τα «εργαλεία» τους δεν ανταποκρίνονταν στις ανάγκες του προβλήματος που μεγεθυνόταν υπογείως. Αντιθέτως, οι καθεστωτικοί όχι μόνο δεν είχαν καμία ιδιαίτερη ανησυχία αφού ο φασισμός δεν είναι αντισυστημικός και δεν απειλεί τον καπιταλισμό, αλλά προετοίμαζαν και το έδαφος για την ανάπτυξή του. Οι πολιτικές χειραγώγησης της κοινωνίας που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου προϋποθέτουν την «κατασκευή» ενός πολίτη πειθήνιου στις επιταγές της αγοράς. Αλλά αυτός ο πειθήνιος πολίτης όταν αρχίσει να χάνει τις ανέσεις του, εν μέρει αληθινές και εν μέρει εικονικές, δεν έχει πλέον τα ηθικά αντίβαρα και τα πολιτισμικά κριτήρια για να αντιληφθεί τη φύση του προβλήματος, να αμυνθεί, να εξεγερθεί και να ανατρέψει τους βιαστές του.
Καλός πολίτης ο χαζός πολίτης
Εάν κάνει κανείς μια αναδρομή στη χρόνια που προηγήθηκαν, θα δει καθαρά τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την απαλλοτρίωση των συνειδήσεων και τη χειραγώγηση της κοινωνίας, για την κατασκευή ενός πολίτη που, με την κατάρρευση της «υπαρκτής ευημερίας» και την απομυθοποίηση των κομμάτων εξουσίας που τον «φρόντιζαν», εύκολα καταλήγει στη Χρυσή Αυγή. Χρόνια ολόκληρα «στρώνανε» οι καθεστωτικοί τα μυαλά των ψηφοφόρων τους για την αποδοχή των χιτλερίσκων της Χρυσής Αυγής.
Ο Έλληνας κάθεται μπροστά την τηλεόραση περισσότερες ώρες ημερησίως από κάθε άλλο Ευρωπαίο. Ένα μεγάλο κομμάτι από τους τηλεθεατές χορταίνει πολιτισμικά με τις εκπομπές κουτσομπολιού, ξεκατινιάσματος και λάιφσταϊλ. Εθίζεται σε μια κουλτούρα με φτωχή γλώσσα και ακόμα φτωχότερα νοήματα. Μαθαίνει να θαυμάζει μέτριες έως γελοίες προσωπικότητες που αναδεικνύονται ως πρότυπα επιτυχίας και μίμησης. Τα κριτήρια επιλογής του συνεχώς υποβαθμίζονται. Τα διαφημιστικά μηνύματα αποτελούν σημαντικό μέρος της κουλτούρας του. Διαμορφώνουν τις ανάγκες του και τον ψυχαγωγούν. Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι «πετυχημένες» διαφημίσεις με τις οποίες προβάλλονται τα προϊόντα μαζικής παραγωγής. Σε πολλές απ’ αυτές, ο «πρωταγωνιστής» είναι ένας χαζός. Σαν τον τύπο που προσπαθεί να ανοίξει με τα κλειδιά του ένα ξένο αυτοκίνητο (της μάρκας που διαφημίζεται) παρασυρμένος τάχα μου από τη «γοητεία» του, με τη γυναίκα του να τον επαναφέρει υποτιμητικά στην πραγματικότητα. Οι εταιρίες εκτιμούν ότι αυτό το είδος ανθρώπου, του «ολίγον μαλάκας», είναι ο καταλληλότερος πελάτης για την αγορά των προϊόντων που διαφημίζουν, είτε πρόκειται για αυτοκίνητο είτε πρόκειται για λαχείο. Το ίδιο με τους μεγαλοεπιχειρηματίες πιστεύουν και οι πολιτικοί. Γι’ αυτό, οι τηλεοράσεις είναι γεμάτες με λουστραρισμένες εκπομπές τύπου Ανίτας Πάνια, Θέμου Αναστασιάδη, Τατιάνας Στεφανίδου, Ελένης Μενεγάκη, Χριστίνας Λαμπίρη, Ναταλίας Γερμανού, Ελεονώρας Μελέτη κ.ά.
Αυτός ο τύπος πολίτη, ο «εύκολος», ο κατευθυνόμενος, κατασκευάζεται συστηματικά και μεθοδευμένα. Οι μεγάλες αξίες που προωθούνται είναι στάρλετ, μοντέλα, μόδιστροι με σπίτι στη Μύκονο, ποδοσφαιριστές και μπασκετμπολίστες γαμπροί, καφετζούδες, πόρνες, τσόντες και στριπτιζέζ, επιχειρηματίες της νύχτας και μπράβοι σε κέντρα διασκέδασης, μάνατζερ και τραγουδιστές από τα κωλάδικα, απατημένοι σύζυγοι, δημοσιογράφοι του λάιφσταϊλ, κόλακες των πλουσίων και άλλες φίρμες της νύχτας και της μέρας. Αντίστοιχης ποιότητας είναι και τα περισσότερα σίριαλ. Δεν είναι τυχαίο ότι ιδιοκτήτες των καναλιών είναι οι μεγαλοεργολάβοι που στηρίζουν με νύχια και με δόντια τη σάπια πολιτική νομενκλατούρα και όλο και πιο απροκάλυπτα τη Χρυσή Αυγή.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς κοινωνιολόγος για να αντιληφθεί τον τύπο ανθρώπου που διαπλάθουν, μέσα από τη συστηματική πολύχρονη «αγωγή», οι εταιρίες, οι διαφημιστές, οι πολιτικοί, οι παρουσιαστές και οι δημοσιογράφοι αυτών των μέσων που είναι εγκαταστημένα, και μάλιστα δωρεάν, μέσα στα σαλόνια, τις κουζίνες, τις κρεβατοκάμαρες και τα παιδικά δωμάτια. Η απόφαση για το κλείσιμο της ΕΤ1 (που αποφασίστηκε, αλλά δεν υλοποιήθηκε εισέτι), η γιουροβιζιονοποίηση της ΝΕΤ, το κόψιμο ή κουτσούρεμα καλών προγραμμάτων, ο αποκλεισμός ή περιορισμός αξιόλογων δημοσιογράφων και καλλιτεχνών, εντάσσεται στην προσπάθεια υποβάθμισης της ΕΡΤ στο επίπεδο της ιδιωτικής τηλεόρασης για προφανείς λόγους.
Εάν κάνει κανείς μια αναδρομή στη χρόνια που προηγήθηκαν, θα δει καθαρά τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για την απαλλοτρίωση των συνειδήσεων και τη χειραγώγηση της κοινωνίας, για την κατασκευή ενός πολίτη που, με την κατάρρευση της «υπαρκτής ευημερίας» και την απομυθοποίηση των κομμάτων εξουσίας που τον «φρόντιζαν», εύκολα καταλήγει στη Χρυσή Αυγή. Χρόνια ολόκληρα «στρώνανε» οι καθεστωτικοί τα μυαλά των ψηφοφόρων τους για την αποδοχή των χιτλερίσκων της Χρυσής Αυγής.
Ο Έλληνας κάθεται μπροστά την τηλεόραση περισσότερες ώρες ημερησίως από κάθε άλλο Ευρωπαίο. Ένα μεγάλο κομμάτι από τους τηλεθεατές χορταίνει πολιτισμικά με τις εκπομπές κουτσομπολιού, ξεκατινιάσματος και λάιφσταϊλ. Εθίζεται σε μια κουλτούρα με φτωχή γλώσσα και ακόμα φτωχότερα νοήματα. Μαθαίνει να θαυμάζει μέτριες έως γελοίες προσωπικότητες που αναδεικνύονται ως πρότυπα επιτυχίας και μίμησης. Τα κριτήρια επιλογής του συνεχώς υποβαθμίζονται. Τα διαφημιστικά μηνύματα αποτελούν σημαντικό μέρος της κουλτούρας του. Διαμορφώνουν τις ανάγκες του και τον ψυχαγωγούν. Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι «πετυχημένες» διαφημίσεις με τις οποίες προβάλλονται τα προϊόντα μαζικής παραγωγής. Σε πολλές απ’ αυτές, ο «πρωταγωνιστής» είναι ένας χαζός. Σαν τον τύπο που προσπαθεί να ανοίξει με τα κλειδιά του ένα ξένο αυτοκίνητο (της μάρκας που διαφημίζεται) παρασυρμένος τάχα μου από τη «γοητεία» του, με τη γυναίκα του να τον επαναφέρει υποτιμητικά στην πραγματικότητα. Οι εταιρίες εκτιμούν ότι αυτό το είδος ανθρώπου, του «ολίγον μαλάκας», είναι ο καταλληλότερος πελάτης για την αγορά των προϊόντων που διαφημίζουν, είτε πρόκειται για αυτοκίνητο είτε πρόκειται για λαχείο. Το ίδιο με τους μεγαλοεπιχειρηματίες πιστεύουν και οι πολιτικοί. Γι’ αυτό, οι τηλεοράσεις είναι γεμάτες με λουστραρισμένες εκπομπές τύπου Ανίτας Πάνια, Θέμου Αναστασιάδη, Τατιάνας Στεφανίδου, Ελένης Μενεγάκη, Χριστίνας Λαμπίρη, Ναταλίας Γερμανού, Ελεονώρας Μελέτη κ.ά.
Αυτός ο τύπος πολίτη, ο «εύκολος», ο κατευθυνόμενος, κατασκευάζεται συστηματικά και μεθοδευμένα. Οι μεγάλες αξίες που προωθούνται είναι στάρλετ, μοντέλα, μόδιστροι με σπίτι στη Μύκονο, ποδοσφαιριστές και μπασκετμπολίστες γαμπροί, καφετζούδες, πόρνες, τσόντες και στριπτιζέζ, επιχειρηματίες της νύχτας και μπράβοι σε κέντρα διασκέδασης, μάνατζερ και τραγουδιστές από τα κωλάδικα, απατημένοι σύζυγοι, δημοσιογράφοι του λάιφσταϊλ, κόλακες των πλουσίων και άλλες φίρμες της νύχτας και της μέρας. Αντίστοιχης ποιότητας είναι και τα περισσότερα σίριαλ. Δεν είναι τυχαίο ότι ιδιοκτήτες των καναλιών είναι οι μεγαλοεργολάβοι που στηρίζουν με νύχια και με δόντια τη σάπια πολιτική νομενκλατούρα και όλο και πιο απροκάλυπτα τη Χρυσή Αυγή.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς κοινωνιολόγος για να αντιληφθεί τον τύπο ανθρώπου που διαπλάθουν, μέσα από τη συστηματική πολύχρονη «αγωγή», οι εταιρίες, οι διαφημιστές, οι πολιτικοί, οι παρουσιαστές και οι δημοσιογράφοι αυτών των μέσων που είναι εγκαταστημένα, και μάλιστα δωρεάν, μέσα στα σαλόνια, τις κουζίνες, τις κρεβατοκάμαρες και τα παιδικά δωμάτια. Η απόφαση για το κλείσιμο της ΕΤ1 (που αποφασίστηκε, αλλά δεν υλοποιήθηκε εισέτι), η γιουροβιζιονοποίηση της ΝΕΤ, το κόψιμο ή κουτσούρεμα καλών προγραμμάτων, ο αποκλεισμός ή περιορισμός αξιόλογων δημοσιογράφων και καλλιτεχνών, εντάσσεται στην προσπάθεια υποβάθμισης της ΕΡΤ στο επίπεδο της ιδιωτικής τηλεόρασης για προφανείς λόγους.
Αφήστε, λοιπόν, τα συγχαρητήρια και αγοράστε τις αλησμόνητες πατρίδες!
...αναφώνησε με πατριωτική έξαρση ο Άδωνις στο τηλεμάρκετινγκ.
Με μικρότερη εμβέλεια, αλλά περισσότερο δηλητήριο, συνέβαλαν τα μικρότερα ακροδεξιά κανάλια, που προσήλκυσαν και συγκρότησαν σε πολιτική οντότητα ένα ακροδεξιό πυρήνα μέσα από τον οποίο αναδείχτηκαν πρόσωπα και στελέχη, που προπαγάνδιζαν εκλαϊκευμένα τις αντιλήψεις που αποτελούν το υπόβαθρο του νεοφασιστικού κινήματος. Αρχαιολατρεία του παζαριού που τροφοδοτεί ημιμαθείς αργόσχολους συνταξιούχους, αλλά και νεαρούς χουλιγκάνους, με ιστορίες και πληροφορίες κομμένες και ραμμένες στα μέτρα μιας αυταρχικής, συντηρητικής, ρατσιστικής και εθνικιστικής ιδεολογίας. Το τηλεμάρκετινγκ των συγγραφέων, εκδοτών και πλασιέ βιβλίων ελληνοπλαστικού χαρακτήρα, τύπου Δ. Λιακόπουλου (Όταν οι άλλοι τρώγαν βαλανίδια, Οι αξίες και τα ιδανικά του Ελληνισμού, Γη ο πλανήτης των Ελλήνων κ.λπ.), Κ. Βελόπουλου (Ελληνόραμα, Ελλάδα: Ευλογημένη χώρα, καταραμένες πολιτικές!, Στο βασίλειο του Κρόνου-Ο πελασγικός αποικισμός της Βορείου Αμερικής κ.ά.) και Α. Γεωργιάδη («Ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα: Ο Μύθος καταρρέει» του ιδίου, «Οι Εβραίοι» του Κ. Πλεύρη κ.ά.), σε συνδυασμό με ροζ τηλέφωνα, μέντιουμ, καφετζούδες και απόστρατους αξιωματικούς σε μια συνεχή εναλλαγή, διαμόρφωσαν και ενίσχυσαν, κάνοντας όχι ευκαταφρόνητες εισπράξεις, μια πελατεία που έμελε να αναδείξει σε κοινοβουλευτική δύναμη αρχικά τους ινστρούχτορες Βορίδη και ΣΙΑ υπό τη σκέπη του καναλάρχη Καρατζαφέρη (και νυν του Σαμαρά), και στη συνέχεια τη συμμορία του Μιχαλολιάκου!
Παρακολουθώντας τα έντυπα της Χρυσής Αυγής και περισσότερο την πιο «αυθόρμητη» έκφραση των χρυσαυγιτών στο Διαδίκτυο, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα το πολιτισμικό επίπεδο αυτού του υποκόσμου. Χιτλερισμός και αρχαιολατρεία με πλαστικές περικεφαλαίες και ενδυμασίες κατάλληλες για το καρναβάλι της Πάτρας, ιστορικά πασαλείμματα και αμάθεια, κάκιστη χρήση της ελληνικής γλώσσας, πλούσιο υβρεολόγιο και πρωτόγονο μίσος για οποιονδήποτε και οτιδήποτε διαφορετικό. Αλλά και με αποφυγή οποιασδήποτε αιχμής για την ολιγαρχία του πλούτου.
...αναφώνησε με πατριωτική έξαρση ο Άδωνις στο τηλεμάρκετινγκ.
Με μικρότερη εμβέλεια, αλλά περισσότερο δηλητήριο, συνέβαλαν τα μικρότερα ακροδεξιά κανάλια, που προσήλκυσαν και συγκρότησαν σε πολιτική οντότητα ένα ακροδεξιό πυρήνα μέσα από τον οποίο αναδείχτηκαν πρόσωπα και στελέχη, που προπαγάνδιζαν εκλαϊκευμένα τις αντιλήψεις που αποτελούν το υπόβαθρο του νεοφασιστικού κινήματος. Αρχαιολατρεία του παζαριού που τροφοδοτεί ημιμαθείς αργόσχολους συνταξιούχους, αλλά και νεαρούς χουλιγκάνους, με ιστορίες και πληροφορίες κομμένες και ραμμένες στα μέτρα μιας αυταρχικής, συντηρητικής, ρατσιστικής και εθνικιστικής ιδεολογίας. Το τηλεμάρκετινγκ των συγγραφέων, εκδοτών και πλασιέ βιβλίων ελληνοπλαστικού χαρακτήρα, τύπου Δ. Λιακόπουλου (Όταν οι άλλοι τρώγαν βαλανίδια, Οι αξίες και τα ιδανικά του Ελληνισμού, Γη ο πλανήτης των Ελλήνων κ.λπ.), Κ. Βελόπουλου (Ελληνόραμα, Ελλάδα: Ευλογημένη χώρα, καταραμένες πολιτικές!, Στο βασίλειο του Κρόνου-Ο πελασγικός αποικισμός της Βορείου Αμερικής κ.ά.) και Α. Γεωργιάδη («Ομοφυλοφιλία στην Αρχαία Ελλάδα: Ο Μύθος καταρρέει» του ιδίου, «Οι Εβραίοι» του Κ. Πλεύρη κ.ά.), σε συνδυασμό με ροζ τηλέφωνα, μέντιουμ, καφετζούδες και απόστρατους αξιωματικούς σε μια συνεχή εναλλαγή, διαμόρφωσαν και ενίσχυσαν, κάνοντας όχι ευκαταφρόνητες εισπράξεις, μια πελατεία που έμελε να αναδείξει σε κοινοβουλευτική δύναμη αρχικά τους ινστρούχτορες Βορίδη και ΣΙΑ υπό τη σκέπη του καναλάρχη Καρατζαφέρη (και νυν του Σαμαρά), και στη συνέχεια τη συμμορία του Μιχαλολιάκου!
Παρακολουθώντας τα έντυπα της Χρυσής Αυγής και περισσότερο την πιο «αυθόρμητη» έκφραση των χρυσαυγιτών στο Διαδίκτυο, αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα το πολιτισμικό επίπεδο αυτού του υποκόσμου. Χιτλερισμός και αρχαιολατρεία με πλαστικές περικεφαλαίες και ενδυμασίες κατάλληλες για το καρναβάλι της Πάτρας, ιστορικά πασαλείμματα και αμάθεια, κάκιστη χρήση της ελληνικής γλώσσας, πλούσιο υβρεολόγιο και πρωτόγονο μίσος για οποιονδήποτε και οτιδήποτε διαφορετικό. Αλλά και με αποφυγή οποιασδήποτε αιχμής για την ολιγαρχία του πλούτου.
Το τέρας μπούκωσε και ξερνάει!
Αλλά, εκτός από την τηλεόραση και το φτηνιάρικο λάιφσταϊλ, ποιες συνθήκες και ποιοι «χώροι» διευκόλυναν την ανάπτυξη του νεοφασισμού;
Τα διεφθαρμένα κυκλώματα του ποδοσφαίρου δημιούργησαν μία εστία μόλυνσης της νεολαίας. Οι λαθρέμποροι και γκάνγκστερ πρόεδροι, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, οι θολές μεταγραφές, οι εμπρηστικές αθλητικές εφημερίδες, οι συμμορίες οπαδών, τα στημένα παιχνίδια και ο περιρρέων τζόγος έχουν μετατρέψει το πιο δημοφιλές λαϊκό άθλημα σε φωλιά χουλιγκανισμού και ρατσισμού. Το σύνθημα «Αλβανέ, Αλβανέ, δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ» γεννήθηκε στα γήπεδα και αρκετές φορές επισκίασε τα αντιπολεμικά και αντιμνημονιακά συνθήματα που φωνάζονται από προοδευτικές ομάδες φιλάθλων που αντιστέκονται.
Αλλά ο τζόγος δεν περιορίζεται στον αθλητισμό. Οι κυβερνήσεις επέκτειναν το τζόγο και νομιμοποίησαν ξανά τα «φρουτάκια», τους κουλοχέρηδες που ρημάζουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Ο κρατικός και ιδιωτικός τζόγος αποτελεί μεγάλη πληγή σε μια κοινωνία που αιμορραγεί οικονομικά, αλλά διαμορφώνει και συνειδήσεις και νοοτροπίες.
Μετά το τζόγο του Χρηματιστηρίου, το κόλπο των κόλπων, μέσω του οποίου οι επιτήδειοι λεηλάτησαν τις αποταμιεύσεις των εργαζομένων, εντάθηκε η καμπάνια των τραπεζών για την παροχή δανείων στους αδαείς και τους εύπιστους. Ο Σημίτης και η κυβέρνησή του, αλλά και οι πρωτοκλασάτοι της αντιπολίτευσης, με τη συνδρομή των δημοσιογράφων του οικονομικού ρεπορτάζ που έπαιξαν πολύ βρώμικο ρόλο, παρέσυραν τον κόσμο στις διαδοχικές παγίδες. Μέσα σε λίγα χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι χωρίς αποταμιεύσεις, όταν οι κάρτες και τα δάνεια έγιναν βραχνάς, βρέθηκαν όμηροι των τραπεζών. Την ίδια ώρα, οι νεοπλούσιοι, οι μαυραγορίτες, οι λαθρέμποροι, τα λαμόγια, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, οι λαδωμένοι πολιτικοί, όσοι ανήκουν στα κυκλώματα διαπλοκής και οι πάσης φύσεως μεγαλοφοροφυγάδες, μετέφεραν μέσω τραπεζών ή μέσα σε βαλίτσες τα εκατομμύριά τους στην Ελβετία και τα νησιά Φίτζι. Έτσι, η πλειοψηφία της κοινωνίας έχανε τα στηρίγματά της και φτώχαινε πριν ακόμα το αντιληφθεί και η μειοψηφία ξεζούμιζε την οικονομία και διασφάλιζε τα κέρδη της στο εξωτερικό στερώντας τη χώρα από το αναγκαίο ρευστό. Η τεράστια ανισότητα υπέθαλπε την πνευματική εξαθλίωση, στοιχείο απαραίτητο για τον μαζικό εκφασισμό.
Αλλά, εκτός από την τηλεόραση και το φτηνιάρικο λάιφσταϊλ, ποιες συνθήκες και ποιοι «χώροι» διευκόλυναν την ανάπτυξη του νεοφασισμού;
Τα διεφθαρμένα κυκλώματα του ποδοσφαίρου δημιούργησαν μία εστία μόλυνσης της νεολαίας. Οι λαθρέμποροι και γκάνγκστερ πρόεδροι, το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, οι θολές μεταγραφές, οι εμπρηστικές αθλητικές εφημερίδες, οι συμμορίες οπαδών, τα στημένα παιχνίδια και ο περιρρέων τζόγος έχουν μετατρέψει το πιο δημοφιλές λαϊκό άθλημα σε φωλιά χουλιγκανισμού και ρατσισμού. Το σύνθημα «Αλβανέ, Αλβανέ, δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ» γεννήθηκε στα γήπεδα και αρκετές φορές επισκίασε τα αντιπολεμικά και αντιμνημονιακά συνθήματα που φωνάζονται από προοδευτικές ομάδες φιλάθλων που αντιστέκονται.
Αλλά ο τζόγος δεν περιορίζεται στον αθλητισμό. Οι κυβερνήσεις επέκτειναν το τζόγο και νομιμοποίησαν ξανά τα «φρουτάκια», τους κουλοχέρηδες που ρημάζουν τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Ο κρατικός και ιδιωτικός τζόγος αποτελεί μεγάλη πληγή σε μια κοινωνία που αιμορραγεί οικονομικά, αλλά διαμορφώνει και συνειδήσεις και νοοτροπίες.
Μετά το τζόγο του Χρηματιστηρίου, το κόλπο των κόλπων, μέσω του οποίου οι επιτήδειοι λεηλάτησαν τις αποταμιεύσεις των εργαζομένων, εντάθηκε η καμπάνια των τραπεζών για την παροχή δανείων στους αδαείς και τους εύπιστους. Ο Σημίτης και η κυβέρνησή του, αλλά και οι πρωτοκλασάτοι της αντιπολίτευσης, με τη συνδρομή των δημοσιογράφων του οικονομικού ρεπορτάζ που έπαιξαν πολύ βρώμικο ρόλο, παρέσυραν τον κόσμο στις διαδοχικές παγίδες. Μέσα σε λίγα χρόνια εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι χωρίς αποταμιεύσεις, όταν οι κάρτες και τα δάνεια έγιναν βραχνάς, βρέθηκαν όμηροι των τραπεζών. Την ίδια ώρα, οι νεοπλούσιοι, οι μαυραγορίτες, οι λαθρέμποροι, τα λαμόγια, οι κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες, οι λαδωμένοι πολιτικοί, όσοι ανήκουν στα κυκλώματα διαπλοκής και οι πάσης φύσεως μεγαλοφοροφυγάδες, μετέφεραν μέσω τραπεζών ή μέσα σε βαλίτσες τα εκατομμύριά τους στην Ελβετία και τα νησιά Φίτζι. Έτσι, η πλειοψηφία της κοινωνίας έχανε τα στηρίγματά της και φτώχαινε πριν ακόμα το αντιληφθεί και η μειοψηφία ξεζούμιζε την οικονομία και διασφάλιζε τα κέρδη της στο εξωτερικό στερώντας τη χώρα από το αναγκαίο ρευστό. Η τεράστια ανισότητα υπέθαλπε την πνευματική εξαθλίωση, στοιχείο απαραίτητο για τον μαζικό εκφασισμό.
Στα φώτα του πολιτισμού ή στα σκοτάδια των σπηλαίων;
Πνευματική εξαθλίωση που έπρεπε να εδραιωθεί και με το χτύπημα του εκπαιδευτικού συστήματος. Εάν η εξάπλωση των σχολείων στο τελευταίο ορεινό χωριό της Ελλάδας αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην εξάλειψη του αναλφαβητισμού και την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του λαού, η ακολουθούμενη σήμερα πολιτική αποβλέπει στο άκρο αντίθετο, την επιστροφή στον αναλφαβητισμό, γλωσσικό και λειτουργικό, που συντείνει στην κατασκευή του χαζού και εύκολου πολίτη.
Οι συγχωνεύσεις σχολείων και το κλείσιμο των παιδικών σταθμών, η εισαγωγή των διδάκτρων και η επιχειρούμενη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με τη συστηματική δυσφήμιση των δασκάλων και των πανεπιστημιακών και τη μείωση των μισθών τους σε επίπεδα ξεφτίλας, εντάσσεται στο ίδιο σχέδιο πνευματικής υποβάθμισης του λαού σε επίπεδο αφρικανικής αποικίας της δεκαετίας του ’50. Μόνο έτσι μπορούν να αφαιμάξουν ανενόχλητα μια πολύ πλούσια χώρα σαν την Ελλάδα. Και μόνο έτσι μπορούν να ενισχύσουν το φασισμό, σαν ένα πρόσθετο φόβητρο για την καθήλωση του λαού.
Οι μάχες στο πολιτισμικό επίπεδο, από την ιστορία, τη γλώσσα και την επικοινωνία ώς τον αθλητισμό, το περιβάλλον και τη μουσική, θα είναι πολύ κρίσιμες για την τελική έκβαση του αγώνα ανάμεσα στον άνθρωπο του πολιτισμού και τον άνθρωπο των σύγχρονων σπηλαίων.
Πνευματική εξαθλίωση που έπρεπε να εδραιωθεί και με το χτύπημα του εκπαιδευτικού συστήματος. Εάν η εξάπλωση των σχολείων στο τελευταίο ορεινό χωριό της Ελλάδας αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην εξάλειψη του αναλφαβητισμού και την άνοδο του μορφωτικού επιπέδου του λαού, η ακολουθούμενη σήμερα πολιτική αποβλέπει στο άκρο αντίθετο, την επιστροφή στον αναλφαβητισμό, γλωσσικό και λειτουργικό, που συντείνει στην κατασκευή του χαζού και εύκολου πολίτη.
Οι συγχωνεύσεις σχολείων και το κλείσιμο των παιδικών σταθμών, η εισαγωγή των διδάκτρων και η επιχειρούμενη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με τη συστηματική δυσφήμιση των δασκάλων και των πανεπιστημιακών και τη μείωση των μισθών τους σε επίπεδα ξεφτίλας, εντάσσεται στο ίδιο σχέδιο πνευματικής υποβάθμισης του λαού σε επίπεδο αφρικανικής αποικίας της δεκαετίας του ’50. Μόνο έτσι μπορούν να αφαιμάξουν ανενόχλητα μια πολύ πλούσια χώρα σαν την Ελλάδα. Και μόνο έτσι μπορούν να ενισχύσουν το φασισμό, σαν ένα πρόσθετο φόβητρο για την καθήλωση του λαού.
Οι μάχες στο πολιτισμικό επίπεδο, από την ιστορία, τη γλώσσα και την επικοινωνία ώς τον αθλητισμό, το περιβάλλον και τη μουσική, θα είναι πολύ κρίσιμες για την τελική έκβαση του αγώνα ανάμεσα στον άνθρωπο του πολιτισμού και τον άνθρωπο των σύγχρονων σπηλαίων.
Ευθύνες και αντιστάσεις
Η απαξίωση των κομμάτων εξουσίας, ο διασυρμός των πολιτικών ηγετών και η ανά πάσα στιγμή αντικατάστασή τους από μη εκλεγμένους υπαλλήλους των τραπεζών, δεν είναι εκτός σχεδίου εξέλιξη όπως προσπαθούν να πείσουν την κοινωνία οι αποστάτες της ΔΗΜΑΡ. Είναι εντός σχεδίου, σε αρμονία με την αποδιάρθρωση της οικονομίας και του κράτους και την εκποίηση του εθνικού πλούτου. Ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης δεν χάνουν τον ύπνο τους που η χώρα διαλύεται, η ανεξαρτησία της καταπατείται, οι εργαζόμενοι μένουν άνεργοι και πτωχεύουν, η δημόσια περιουσία παραχωρείται στους ξένους και η δημοκρατία διολισθαίνει στην ολιγαρχία. Ούτε παραδέχονται ότι η άνοδος του νεοφασισμού είναι συνέπεια της κουλτούρας που επιβλήθηκε από τους κρατούντες και των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, ούτε δείχνουν εμπράκτως να ανησυχούν για τον εκφασισμό σημαντικής μερίδας της κοινωνίας.
Σίγουρα, η λεηλασία των αποταμιεύσεων και η φυγή των κεφαλαίων στο εξωτερικό, η αποβιομηχάνιση και η μείωση της αγροτικής παραγωγής, η τεράστια ανεργία, η καταστροφή της βιοτεχνίας και του λιανικού εμπορίου, η συρρίκνωση των δικτύων κοινωνικής προστασίας, η εκτεταμένη διαφθορά των κρατικών παραγόντων και ο αντιδημοκρατικός κατήφορος των πολιτικών, δημιουργούν τις συνθήκες για να οδηγηθεί μερίδα του λαού όχι μόνο στην οικονομική, αλλά και στην πνευματική εξαθλίωση. Πνευματική εξαθλίωση που συντελείται αποτελεσματικά με τη συνδρομή της τηλεόρασης, της διαφήμισης και της επιβολής του λάιφσταϊλ της γκλαμουριάς και της κατανάλωσης, με τη διαφθορά του ποδοσφαίρου και άλλων λαϊκών συλλογικοτήτων, τον τζόγο και την υποβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, με την ημιμάθεια και την άγνοια. Ο φασισμός, ο εθνικισμός και ο ρατσισμός είναι υποπροϊόντα αυτού του πακέτου. Η διαφθορά, η διαπλοκή, ο ηθικός ξεπεσμός, η αισθητική κουρελαρία, ο πολιτισμικός αναλφαβητισμός, ο πολιτικός εκμαυλισμός, η καταρράκωση των θεσμών, η πλύση εγκεφάλου, τα αρνητικά πρότυπα και η κρατική βία, οδηγούν αναπόφευκτα το πιο ευάλωτο κομμάτι της κοινωνίας στην πνευματική εξαθλίωση. Από κει και πέρα, η τσουλίθρα για τη Χρυσή Αυγή είναι φυσική συνέπεια. Αλλά...
...ευτυχώς, είναι αισθητό, ότι υπάρχουν σημαντικά κομμάτια της κοινωνίας που έχουν ανθεκτικές αντιστάσεις στη χειραγώγηση και αποτελούν τον πυρήνα της εναντίωσης στην καταστροφή. Χάρη στην αγωνιστική δημοκρατική παράδοση του λαού και τις οικογενειακές περγαμηνές, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που εντάχθηκαν στο σύστημα στα χρόνια του εφησυχασμού και δεν αφανίστηκαν ολοτελώς, ξανασηκώνουν τα μανίκια τους, ακονίζουν τις γλώσσες και σφίγγουν τις γροθιές τους. Στην πορεία ανώμαλης προσγείωσης του πολίτη στην κατασκευασμένη από τους εχθρούς μας πραγματικότητα, αποθέματα πατριωτισμού, ελευθερίας, ανεξαρτησίας, δικαιοσύνης και δημοκρατίας, ενεργοποιούνται, αλλού γρήγορα κι αλλού αργά. Πάντως, ενεργοποιούνται, και όταν ο λαός θα είναι έτοιμος να αναλάβει δράση, στο άι σιχτίρ, ας έχουν έτοιμα τα ελικόπτερα στην ταράτσα της Βουλής, γιατί αμφιβάλλω αν θα προλάβουν να φτάσουν στο αεροδρόμιο!
Η απαξίωση των κομμάτων εξουσίας, ο διασυρμός των πολιτικών ηγετών και η ανά πάσα στιγμή αντικατάστασή τους από μη εκλεγμένους υπαλλήλους των τραπεζών, δεν είναι εκτός σχεδίου εξέλιξη όπως προσπαθούν να πείσουν την κοινωνία οι αποστάτες της ΔΗΜΑΡ. Είναι εντός σχεδίου, σε αρμονία με την αποδιάρθρωση της οικονομίας και του κράτους και την εκποίηση του εθνικού πλούτου. Ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος και ο Κουβέλης δεν χάνουν τον ύπνο τους που η χώρα διαλύεται, η ανεξαρτησία της καταπατείται, οι εργαζόμενοι μένουν άνεργοι και πτωχεύουν, η δημόσια περιουσία παραχωρείται στους ξένους και η δημοκρατία διολισθαίνει στην ολιγαρχία. Ούτε παραδέχονται ότι η άνοδος του νεοφασισμού είναι συνέπεια της κουλτούρας που επιβλήθηκε από τους κρατούντες και των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, ούτε δείχνουν εμπράκτως να ανησυχούν για τον εκφασισμό σημαντικής μερίδας της κοινωνίας.
Σίγουρα, η λεηλασία των αποταμιεύσεων και η φυγή των κεφαλαίων στο εξωτερικό, η αποβιομηχάνιση και η μείωση της αγροτικής παραγωγής, η τεράστια ανεργία, η καταστροφή της βιοτεχνίας και του λιανικού εμπορίου, η συρρίκνωση των δικτύων κοινωνικής προστασίας, η εκτεταμένη διαφθορά των κρατικών παραγόντων και ο αντιδημοκρατικός κατήφορος των πολιτικών, δημιουργούν τις συνθήκες για να οδηγηθεί μερίδα του λαού όχι μόνο στην οικονομική, αλλά και στην πνευματική εξαθλίωση. Πνευματική εξαθλίωση που συντελείται αποτελεσματικά με τη συνδρομή της τηλεόρασης, της διαφήμισης και της επιβολής του λάιφσταϊλ της γκλαμουριάς και της κατανάλωσης, με τη διαφθορά του ποδοσφαίρου και άλλων λαϊκών συλλογικοτήτων, τον τζόγο και την υποβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, με την ημιμάθεια και την άγνοια. Ο φασισμός, ο εθνικισμός και ο ρατσισμός είναι υποπροϊόντα αυτού του πακέτου. Η διαφθορά, η διαπλοκή, ο ηθικός ξεπεσμός, η αισθητική κουρελαρία, ο πολιτισμικός αναλφαβητισμός, ο πολιτικός εκμαυλισμός, η καταρράκωση των θεσμών, η πλύση εγκεφάλου, τα αρνητικά πρότυπα και η κρατική βία, οδηγούν αναπόφευκτα το πιο ευάλωτο κομμάτι της κοινωνίας στην πνευματική εξαθλίωση. Από κει και πέρα, η τσουλίθρα για τη Χρυσή Αυγή είναι φυσική συνέπεια. Αλλά...
...ευτυχώς, είναι αισθητό, ότι υπάρχουν σημαντικά κομμάτια της κοινωνίας που έχουν ανθεκτικές αντιστάσεις στη χειραγώγηση και αποτελούν τον πυρήνα της εναντίωσης στην καταστροφή. Χάρη στην αγωνιστική δημοκρατική παράδοση του λαού και τις οικογενειακές περγαμηνές, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας που εντάχθηκαν στο σύστημα στα χρόνια του εφησυχασμού και δεν αφανίστηκαν ολοτελώς, ξανασηκώνουν τα μανίκια τους, ακονίζουν τις γλώσσες και σφίγγουν τις γροθιές τους. Στην πορεία ανώμαλης προσγείωσης του πολίτη στην κατασκευασμένη από τους εχθρούς μας πραγματικότητα, αποθέματα πατριωτισμού, ελευθερίας, ανεξαρτησίας, δικαιοσύνης και δημοκρατίας, ενεργοποιούνται, αλλού γρήγορα κι αλλού αργά. Πάντως, ενεργοποιούνται, και όταν ο λαός θα είναι έτοιμος να αναλάβει δράση, στο άι σιχτίρ, ας έχουν έτοιμα τα ελικόπτερα στην ταράτσα της Βουλής, γιατί αμφιβάλλω αν θα προλάβουν να φτάσουν στο αεροδρόμιο!
πηγή: δρόμος της αριστεράς
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***