Ενάντια στης φύσης τη λεηλασία, αγώνας για τη γη και την ελευθερία

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024

Με τον Δεντρογένη ή τον Σάρουμαν;


Αντώνης Ραλλάτος, Δασολόγος
Μαργαρίτα Γεωργιάδου, Δασολόγος
Δημοσιουπαλληλική Ενότητα Δασολόγων

Με τον Δεντρογένη[1] ή τον Σάρουμαν[2];

Ας φανταστούμε για μια στιγμή, ότι η φωτιά που ξέσπασε στον Βαρνάβα την Κυριακή 11 Αυγούστου 2024, έβρισκε απέναντι της έναν τελείως διαφορετικό κρατικό μηχανισμό, με ένα εξίσου διαφορετικό πλαίσιο λειτουργίας του.

Έναν κρατικό μηχανισμό που θα ήταν νύχι–κρέας με την κοινωνία σε όλες τις πλευρές της ζωής της, υπηρέτης της και όχι, κυρίως, απέναντί της και συγκυριακά (ίσως και πονηρά) δίπλα της. Έναν κρατικό μηχανισμό που διαχειρίζεται τα δάση ολοκληρωμένα, με βάση της αρχές της δασολογικής επιστήμης.

Έβρισκε επίσης απέναντί της, μια δασική υπηρεσία με άλλον προσανατολισμό, διαφορετική οργάνωση, όλα τα απαραίτητα μέσα και μόνιμο προσωπικό, έτοιμη. Σε δράση μέρα και νύχτα, να ανακόπτει την όποια φωτιά μέσα στο δάσος, με ή χωρίς “κηλιδώσεις”, με ή χωρίς βραδινά ή ημερήσια “πυρονέφη”, με ή χωρίς “κλιματική αλλαγή” ή οποιαδήποτε άλλη υπαρκτή ή όχι δυσκολία.

Τις δυσκολίες εξάλλου τις ξεπερνάνε όσοι θέλουν να υπερασπιστούν το δάσος, το φυσικό περιβάλλον και το βιός τους, όπως οι συνάδελφοι μας, που σώσανε το ιστορικό δασαρχείο της Πεντέλης σε αυτή την φωτιά ή οι κάτοικοι με όποιους κρατικούς υπαλλήλους, που με δική τους πρωτοβουλία σώσανε τα χωριά τους σε άλλες πυρκαγιές, όπως στην περίπτωση της Βόρειας Εύβοιας.

Τις ξεπερνάνε εκείνες οι κοινωνικές δυνάμεις, που συγκροτούν και οργανώνουν μια κοινωνία με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες και όχι το κέρδος και τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.

Και φυσικά το πλαίσιο στο οποίο θα λειτουργούσε αυτός ο κρατικός μηχανισμός, θα όριζε ότι η γη και τα δάση είναι αποκλειστικά κοινωνικό αγαθό, κοινωνική ιδιοκτησία, δεν είναι εμπόρευμα. Δεν θα επέτρεπε καμία επιχειρηματική δραστηριότητα, είτε αυτή λέγεται ΑΠΕ, είτε αυτή λέγεται δωρεάν και με επιδότηση εκχώρηση της διαχείρισης των δασών σε ξυλοβιομηχανίες και ξυλέμπορους. Ούτε την άναρχη δόμηση, που έχει μετατρέψει τα δάση σε πανάκριβα οικιστικά πάρκα πρασίνου και μάλιστα χωρίς ουσιαστική υποδομή προστασίας.

Με τέτοιες προϋποθέσεις, είναι βέβαιο, γιατί υπάρχει ιστορική πείρα, ότι η φωτιά που ξεκίνησε από τον Βαρνάβα:

  • Δεν θα έφτανε στον αστικό ιστό της πρωτεύουσας. Άκουσον άκουσον… στο πάτημα Χαλανδρίου!!!
  • Δεν θα σκότωνε μία εργαζόμενη μέσα στην επιχείρηση που δούλευε, στην ίδια περιοχή.
  • Δεν θα κατέστρεφε για άλλη μια φορά τους κόπους μιας ζωής τόσων ανθρώπων.

Θα την σταματούσαν γρηγορότερα και αποτελεσματικότερα, γιατί, ως μια από τις προϋποθέσεις, μια άλλη δασική πολιτική και πολιτική γης, θα διαμόρφωνε το διαχειριστικό σχέδιο του δάσους, που θα ήταν ενταγμένο σε ένα ευρύτερο σχέδιο παραγωγής και κατανομής αγαθών και υπηρεσιών. Στο σχέδιο αυτό θα είχαν προβλεφθεί από τα πριν τα σενάρια πυρκαγιάς, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης και προστασίας, τμήμα της οποίας είναι ο σύγχρονος αντιπυρικός σχεδιασμός. Θα είχαν σχεδιαστεί και υλοποιηθεί από πριν, τα έργα υποδομής και θωράκισης του δασικού συμπλέγματος.

Το μόνιμο και επαρκές σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες προσωπικό, όλων των ειδικοτήτων, (Δασολόγους, δασοπυροσβέστες–δασεργάτες κλπ), θα ήταν προετοιμασμένο κι εκπαιδευμένο θεωρητικά και επί του πεδίου, με δυνατότητα πρωτοβουλιών σε πραγματικό χρόνο, σύμφωνα με τις επιταγές της επιστήμης της Δασολογίας, αντικείμενο της οποίας είναι η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών, εξειδικευμένες και σύμφωνα με τις ανάγκες τις στιγμής.

Ναι! Ουσιαστική προστασία μπορεί να εξασφαλιστεί!

Με μια διαφορετική κοινωνική και οικονομική οργάνωση, στο έδαφος του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας, με κατοχύρωση της κοινωνικής ιδιοκτησίας και στη γη, και στους φυσικούς πόρους, και στα δάση. Που ο χωροταξικός σχεδιασμός, η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση, η υγεία και η ασφάλεια εργαζομένων και κατοίκων και η προστασία του περιβάλλοντος, θα εξασφαλίζονται και θα καθορίζονται με βάση το κριτήριο της κάλυψης του συνόλου των κοινωνικών αναγκών και όχι το κέρδος των επιχειρηματικών ομίλων, όπως είναι σήμερα.

Η πραγματικότητα όμως που ζήσαμε την Κυριακή 11 Αυγούστου 2024 και που ζούμε γενικότερα, είναι διαφορετική και πολύ ζοφερή για την πλειοψηφία των κατοίκων αυτής της χώρας και τα 3,2 εκατομμύρια κατεστραμμένα δασικά οικοσυστήματα, μόνο την τελευταία τριετία 2021-2023.

Είδαμε μια δασική πυρκαγιά να σαρώνει 30 και χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή, να καίει δάση, αγροτικές εκτάσεις και οικισμούς. Είδαμε μέρα μεσημέρι την φωτιά να ανεβαίνει σε λόφο δίπλα σε οικισμό, με κόντρα άνεμο, με λεζάντα στα κανάλια «ισχυρός άνεμος δυσχεραίνει τις προσπάθειες κατάσβεσης», δημιουργώντας την απορία: «ποιός επιχειρούσε εκεί και δυσκολευόταν από τον ισχυρό άνεμο».

Βλέπουμε για μια ακόμη φορά «χρήσιμους» επιστήμονες για την κυβερνητική πολιτική, σε διατεταγμένη υπηρεσία, να προσπαθούν με τις παρεμβάσεις τους να εξοπλίσουν τα κυβερνητικά στελέχη και να δίνουν επιστημονικό άλλοθι στις γελοιότητες που ξεστομίζουν με περισσό θράσος, με έναν και μόνο σκοπό: Να κοιτάμε το δέντρο (της γελοιότητας και της ανούσιας κουβέντας στις επιχειρησιακές λεπτομέρειες, μιας μάχης χαμένης για τον λαό και τους συναδέλφους από τα αποδυτήρια) και όχι το δάσος αυτής της ιστορίας, που αποτελεί το νούμερο 1 «ταμπού» ή διαφορετικά την «πολιτική» συνενοχή της σιωπής στην δημόσια συζήτηση.

Το κύριο ερώτημα είναι: Αυτή η πολιτική ποιόν υπηρετεί και τον βοηθάει να κερδίζει πολλαπλώς από την εκμετάλλευση των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος, είτε με την φωτιά είτε με την δήθεν «ολιστική» διαχείρισή τους;

Γιατί απαντώντας σε αυτό το ερώτημα, μπορούμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι σε ερωτήματα όπως:

  • Γιατί ανοίγει η πόρτα στις ξυλοβιομηχανίες και έχουν γεμίσει οι ορεινοί όγκοι με πάρκα ΑΠΕ;
  • Γιατί δεν γίνεται ολοκληρωμένη διαχείριση των δασών μας, αποκλειστικά από την κρατική δασική υπηρεσία, η οποία για πάνω από 30 χρόνια απαξιώνεται από τη διαχρονικά ασκούμενη κυβερνητική πολιτική ΠΑΣΟΚ–ΝΔ–ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων εφήμερων πολιτικών δεκανικιών τους;
  • Γιατί διασπάστηκε αντιεπιστημονικά η ενιαία αντιπυρική προστασία και διαχωρίστηκε η πρόληψη από την κατάσβεση και η δασοπυρόσβεση δεν είναι αρμοδιότητα της μόνης αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας, που έχει την επιστημονική γνώση για την προστασία και διαχείριση των δασών; Αρμοδιότητα και ευθύνη που προβλέπει ακόμη και το αστικό σύνταγμα, δηλαδή της δασικής υπηρεσίας, όσες κυβερνήσεις με όποια επίθετα κι αν έχουν περάσει.
  • Γιατί το κύριο βάρος δίνεται στην πυρόσβεση από αέρος και καλλιεργείται συστηματικά στην κοινωνία, εδώ και 50 χρόνια, η ψευδαίσθηση ότι τα εναέρια μέσα σβήνουν τις φωτιές και ταυτόχρονα η επιδιωκόμενη αποδοχή, ότι αφού δεν μπόρεσαν τα εναέρια μέσα να σβήσουν την δασική πυρκαγιά, τι άλλο να κάνει η κυβέρνηση;

Μ’ αυτά και μ’ αυτά:

– Μόνο η Αττική μέσα σε 8 χρόνια έχει χάσει το 37% των δασών της. Μόνο από το 2017 σε 13 μεγάλες πυρκαγιές έχουν καεί περισσότερα από 700.000 στρέμματα στην Αττική, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ταχείας Χαρτογράφησης Copernicus.

– Οι παλιότερες πυρκαγιές στην ίδια περιοχή, το 1995, το 1998 και ιδιαίτερα το 2009, αναδεικνύουν τον κίνδυνο της μη δυνατότητας αναγέννησης του δάσους.

– Η καταστροφή δασικών εκτάσεων αυξάνει τον κίνδυνο καταστροφικών πλημμυρών, ενώ σημαντικές είναι οι συνέπειες από την καταστροφή δικτύων νερού, Ενέργειας κ.ά.

– Πολύ σοβαρές είναι και οι συνέπειες για την υγεία των κατοίκων της Αττικής, ακόμη και άλλων περιοχών, όπως στην Πελοπόννησο, από το τοξικό νέφος που εκλύθηκε και το πλήθος καρκινογόνων ουσιών, όπως διοξίνες, φουράνια κ.ά., από την καύση των δασών και πλήθους άλλων υλικών στα κτίρια.

– Μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος από την αθροιστική έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες στους εργασιακούς χώρους, από τη ρύπανση του περιβάλλοντος και από τις περιπτώσεις ατυχημάτων, όπως π.χ. οι φωτιές σε εργοστάσια πλαστικών και άλλων υλικών.

– Το επόμενο διάστημα αν δεν ληφθούν επειγόντως τα αναγκαία μέτρα, θα έχουμε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα στις κατεστραμμένες περιοχές, με βάση και την πείρα των προηγούμενων χρόνων.

Για τους κινδύνους αυτούς δεν γίνεται καν λόγος από την κυβέρνηση.

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο κρατικός μηχανισμός δεν επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό. Αν με μια απλή φωτιά σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών και δυνατών ανέμων, που δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο το καλοκαίρι, έχουμε αυτήν την κατάσταση, είναι προφανές το τι θα γίνει σε περίπτωση εκδήλωσης ταυτόχρονων μετώπων πυρκαγιάς σε διαφορετικές περιοχές της χώρας.

Οι κίνδυνοι αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο αν σκεφτούμε ότι τα σύννεφα του ιμπεριαλιστικού πολέμου πυκνώνουν, με την ενεργό εμπλοκή της χώρας μας, αν σκεφτούμε την κατάσταση που διαμορφώνεται στην περιοχή μας.

Ο «Σάρουμαν» πρέπει να ηττηθεί.

Τα τελευταία χρόνια η πολιτική της εμπορευματοποίησης εντείνεται και διευρύνεται. Πατάει γκάζι σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Ακόμα και τομείς που θεωρούνταν «άβατο» από ορισμένους και αυτή η διαδικασία περνάει από ένα απαραίτητο στάδιο: την υποβάθμιση, την απαξίωση, την τεχνητή παράλυση του αντίστοιχου κρατικού μηχανισμού. Έτσι βλέπουμε με ή χωρίς COVID-19 τα κρατικά νοσοκομεία να παραλύουν ή τα κρατικά σχολεία και Πανεπιστήμια να αντιμετωπίζουν ένα σωρό προβλήματα.

Αντίστοιχα τα δάση και το φυσικό περιβάλλον, καταστρέφονται και υποβαθμίζονται κάθε χρόνο. Στο βάθος οι επιχειρηματικοί όμιλοι περιμένουν να τα σώσουν. Μαζί με αυτά και μας και … με το αζημίωτο φυσικά!

Είναι γνωστός τελικά ο ένοχος και ο πραγματικός μας αντίπαλος

Ο μεγάλος ένοχος είναι η ίδια η λειτουργία, διαχρονικά, του εχθρικού για τον λαό αστικού κράτους. Είναι η υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής που καθορίζει και την δασική πολιτική και την πολιτική προστασία, με το κριτήριο του κόστους–οφέλους για το κέρδος των ομίλων, η οποία εφαρμόστηκε από όλες τις αστικές κυβερνήσεις.

Είναι η πολιτική εμπορευματοποίησης της γης και της χρήσης της, των δασικών οικοσυστημάτων, των παράκτιων περιοχών, η πολιτική της «πράσινης μετάβασης» της ΕΕ, που οπλίζουν και το χέρι των εμπρηστών. Σε αυτήν την κατεύθυνση εντάσσεται η πολιτική αξιοποίησης των καταστροφών για επιτάχυνση επενδυτικών σχεδίων και αλλαγών χρήσεων γης, στην οποία συμβάλλει και το ίδιο το νομοθετικό πλαίσιο. Αναφερόμαστε στα διάφορα σχέδια «ανασυγκρότησης» και «διαχείρισης», με στόχο τη μετατροπή των δασών σε πεδίο κυρίως βιομηχανικής, τουριστικής, εκμετάλλευσης, από τα επιχειρηματικά «κοράκια», «αναδόχους» ή «διαχειριστές», σε βάρος των λαϊκών αναγκών, των κατοίκων, αλλά και των δασών των περιοχών αυτών. Την ίδια στιγμή συνεχίζεται η πίεση για αλλαγή της χρήσης γης των δασών σε όλη τη χώρα, με τη διεύρυνση των αδειοδοτήσεων για επενδύσεις σε προστατευόμενες περιοχές, Εθνικούς Δρυμούς, ιδιαίτερα από τους ομίλους των ΑΠΕ, των logistics, της διαχείρισης των απορριμμάτων και σε ό,τι άλλο χρειάζεται το κεφάλαιο.

Είναι η ίδια πολιτική που διατηρεί ανεξέλεγκτη τη συμβίωση βιομηχανικών και άλλων επικίνδυνων εγκαταστάσεων με κατοικημένες περιοχές, την απουσία αποστάσεων ασφαλείας με κίνδυνο πρόκλησης βιομηχανικού ατυχήματος μεγάλης έκτασης, την απουσία ελεύθερων χώρων και οδών μαζικής διαφυγής.

Πραγματικός ένοχος για τις καταστροφές είναι η πολιτική που ξεζουμίζει τα φτωχά λαϊκά στρώματα και περικόπτει αναγκαίες κρατικές δαπάνες για την προστασία από καταστροφές και τις κοινωνικές ανάγκες, για να ενισχύει το εφοπλιστικό κεφάλαιο και άλλους επιχειρηματικούς ομίλους. Το κράτος δεν αντέχει να χρηματοδοτήσει την πολιτική προστασία, αντέχει όμως να δαπανά δισεκατομμύρια για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ, να συμμετέχει ενεργά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, καθιστώντας τη χώρα στόχο αντιποίνων.

Ζούμε επιστημονικά και εργασιακά μέσα σε μια αντίφαση. Απ΄ τη μια καλούμαστε να εξειδικεύσουμε και να υλοποιήσουμε μια κυβερνητική πολιτική που καταστρέφει το περιβάλλον, αντιμετωπίζει τα δάση ως εμπόρευμα κι από την άλλη, η επιστημονική μας γνώση και η αξιοπρέπεια δεν μπορούν να ανεχθούν να τα βλέπουμε να πεθαίνουν και μαζί μ΄ αυτά, να υποβαθμίζεται η ποιότητα και να καταστρέφεται η ίδια η ζωή, που ταιριάζει σε μας και όλο το λαό.

Γι’ αυτό δεν επιτρέπονται αφέλειες, αυταπάτες ή πολιτικές κουτοπονηριές.

Η ανυπαρξία ολοκληρωμένης διαχείρισης και προστασίας των δασών είναι αποκλειστικά θέμα ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής και πολιτικής ευθύνης των κυβερνήσεων και άρα είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι θέμα διάφορων «-ισμων».

Η πραγματική αντίθεση είναι ανάμεσα σε όσους συμφωνούν με την διαχρονικά ασκούμενη κυβερνητική πολιτική, που είτε εγκαταλείπουν τα δάση στην τύχη τους, είτε τα αντιμετωπίζουν ως κερδοφόρα διέξοδο στις εκμεταλλευτικές επιλογές των επιχειρηματικών ομίλων της «πράσινης ανάπτυξης», που τα μετατρέπουν σε πάρκα ΑΠΕ, σε πολυτελείς κατοικίες, σε χωρίς όρους πηγές παραγωγής πέλετ και ηλεκτρικής ενέργειας και σε όσους διαφωνούν και συγκρούονται με αυτή την πολιτική.

Η προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών της κυβέρνησης για την απουσία ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών και αντιπυρικής προστασίας είναι προκλητική.

Πλήθος πυρκαγιών στο παρελθόν και ειδικότερα στη συγκεκριμένη περιοχή της Βορειοανατολικής Αττικής, ιδιαίτερα η πυρκαγιά στο Μάτι το 2018 με τους 102 νεκρούς, στην Πάρνηθα, την Εύβοια, η διεθνής εμπειρία, οι αγωνιστικές παρεμβάσεις σωματείων και συλλογικών φορέων, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για οποιονδήποτε να δηλώνει «έκπληξη» ή άγνοια για τους κινδύνους από πυρκαγιές σε δάση ή σε περιοχές συνύπαρξης δασών με κατοικίες και άλλες δραστηριότητες.

Οι απανωτές καταστροφές επιβεβαιώνουν πανηγυρικά και συνάμα τραγικά, ό,τι ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να εξασφαλίσουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης και αντιπυρικής προστασίας των δασών.

Αυτή την πολιτική ακολούθησαν όλες οι κυβερνήσεις μέχρι σήμερα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ. Αυτή την πολιτική υλοποίησαν και υλοποιούν οι περιφερειακές και δημοτικές αρχές που εκπροσωπούν τα αστικά κόμματα.

Το ζήτημα λοιπόν είναι ότι ο κάθε υπουργός, έχει επιλεγεί γιατί είναι απόλυτα ικανός να κατευθύνει τον τομέα του κρατικού μηχανισμού και των υπηρεσιών που έχει την ευθύνη πχ ΥΠΕΝ, Πολιτικής Προστασίας κλπ κι αυτό είναι απόλυτα ανεξάρτητο από την επαγγελματική του ιδιότητα. Καθορίζεται μόνο από την πίστη και την αποφασιστικότητα του κάθε υπουργού, να εφαρμόσει την πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης, που υπηρετεί διαχρονικά την ίδια στρατηγική όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων.

Αυτό το κράτος και το πλαίσιο λειτουργίας του, είναι αυτά ακριβώς που έχουν ανάγκη τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και η κερδοφορία τους και οι εκάστοτε υπουργοί κρίνονται πρώτα και κύρια, από το αν υπηρετούν αποδοτικά αυτούς τους σκοπούς.

Τα υπόλοιπα, είτε είναι γιατροί, είτε είναι δασολόγοι, είτε έχουν 30 χρόνια ένσημα στον ιδιωτικό τομέα είτε δεν έχουν ούτε ένα ένσημο, είτε καθαρίζουν τα chakras είτε πάνε στην Εκκλησία κάθε Κυριακή, είτε είναι Vegan είτε τους αρέσει το κοκορέτσι, είτε ο καλαματιανός είτε το τσάμικο, είναι προσπάθεια αποπροσανατολισμού και μετατροπή του τριτεύοντος σε κύριο.

Μήπως οι διευθυντές δασών και οι γενικοί διευθυντές δασών, που εξειδικεύουν την εκάστοτε κυβερνητική δασική πολιτική και υπηρετούν τις στοχοθεσίες της, δεν είναι Δασολόγοι;

Μήπως τα μέλη του ΔΣ της ΠΕΔΔΥ και μέλη του ΔΣ του ΓΕΩΤΕΕ δεν είναι Δασολόγοι;

Όμως σε βάρος της επιστημονικής τους γνώσης και αξιοπρέπειας και αρκετές φορές για «μια χούφτα δολάρια», αποδέχονται και υπηρετούν με αυτά που λένε και κάνουν, αυτή την αντιδασική και όχι μόνο πολιτική.

Υπάρχουν όμως στον κλάδο ακόμη «εκείνοι που αντιστέκονται, εκείνοι που επιμένουν».

Που είναι αποφασισμένοι και αποφασιστικοί, για έναν αγώνα μέχρι την οριστική νίκη της πολιτικής της προστασίας του περιβάλλοντος και της ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών.

Γιατί εμείς πιστεύουμε ότι μπορεί, πρέπει και θα αλλάξουν τα πράγματα με τον μαζικό αγώνα και φροντίζουμε γι’ αυτό, διαθέτοντας όλες μας τις δυνάμεις.

Πρωτοστατούν σε κάθε αγώνα για την προστασία των δασών, συγκρούονται με τον πραγματικό αντίπαλο και αναδεικνύουν τις προϋποθέσεις για να είναι αυτός ο αγώνας αποτελεσματικός. Ενάντια στην διαχρονικά ασκούμενη αντιδασική κυβερνητική πολιτική, xρειάζεται αλλαγή των συσχετισμών στα συνδικαλιστικά όργανα.

Να πάρουμε εμείς όλοι την υπόθεση στα χέρια μας.

Να αγωνιστούμε και να συμμαχήσουμε: με τους άλλους φορείς του λαϊκού και εργατικού κινήματος, με άλλους συναφείς επιστημονικούς φορείς, με τις οικογένειές μας.

Το κλείσιμο σε ένα συντεχνιακό καβούκι, ως ιδιαίτερη «επιστημονική ελίτ», που στην καλύτερη περίπτωση θα κάνει ναζάκια απέναντι στους κυβερνώντες, συμβάλλει στην απογοήτευση των συναδέλφων. Θα μετατραπούν έτσι οι συνάδελφοι σε καρπαζοεισπράκτορες της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής, σε σφουγκοκωλάριοι των ξυλοβιομήχανων και ξυλεμπόρων, με τη βούλα της απαξιωμένης επιστημονικότητας, ξεκομμένης αντικειμενικά από την κοινωνική και πολιτική της διάσταση. Στην ίδια κατεύθυνση λειτουργεί η αντιδραστική και ξεπερασμένη «απολιτίκ» αντίληψη, που επιδιώκουν διαχρονικά να εισάγουν στο συνδικαλιστικό κίνημα όλες οι κυβερνησεις και οι συνδικαλιστικές τους δυνάμεις (φανερές ή όχι). Αντίληψη που είχε ιδιαίτερη «άνθιση» την περίοδο της δικτατορίας και έχει απορριφθεί, ή πιο πρόσφατα στα θολά αντιμνημονιακά πλαίσια των «αγανακτισμένων» των πλατειών, που η πάνω πλατεία έθρευε το αυγό του φιδιού, η κάτω τους μετέπειτα «αριστερούς» και «ανεξάρτητους» κυβερνώντες του 3ου μνημονίου, του ΟΧΙ–ΝΑΙ και η όλη πλατεία στο δια ταύτα, να υπηρετεί με «απολιτίκ» προβιά την αντιλαϊκή πολιτική με τραγικές συνέπειες για την ζωή μας.

Εν τέλει ποιά συμφέροντα θα υπηρετούμε, του Λαού ή των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και κατ’ επέκταση ποιά πραγματικότητα θα υπάρχει, του «Δεντρογένη» ή του «Σάρουμαν»;

Πέρα από τα αγαπημένα μας και δημοφιλή παραμύθια, υπάρχει η επιστήμη της Πολιτικής Οικονομίας, και οι νόμοι της κοινωνικής εξέλιξης, που την πραγματικότητα «Σάρουμαν» την ονομάζουν καπιταλισμό και την πραγματικότητα «Δεντρογένη», σοσιαλισμό.

Στο παραμύθι πάντως ο Δεντρογένης νικάει στο τέλος, με ομολογουμένως θεαματικό και ολοκληρωτικό τρόπο τον Σάρουμαν. Είναι βέβαιο πως και στην πραγματικότητα θα γίνει το ίδιο. Όσοι έχουμε φιλότιμο και πονάμε το δάσος, να πάρουμε θέση σ’ αυτόν τον αγώνα κι ας μην συμφωνούμε σε όλα στην αρχή, εκτός από το κύριο.

Ούτε στο παραμύθι οι βοσκοί των δέντρων συμφωνούσαν σε όλα από την αρχή, εκτός από ένα:

Ο Σάρουμαν πρέπει να καταστραφεί για να έχουμε μέλλον.

Κι εμείς είμαστε με το μέλλον των δασών, του περιβάλλοντος και της ζωής που μας αξίζει.


[1] Πλαίσιο πραγματικής προστασίας και διαχείρισης των δασών. Δανειζόμενοι το μεταφρασμένο στα ελληνικά όνομα χαρακτήρα του Άγγλου συγγραφέα J.R.R. Tolkien
[2] Ο πραγματικός αντίπαλος και του περιβάλλοντος. Σάρουμαν, όνομα χαρακτήρα του Άγγλου συγγραφέα J.R.R. Tolkien

Πηγή: dasarxeio.com

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***