Vincent van Gogh, Aardappelpoters (Αγρότες που φυτεύουν πατάτες) Kröller-Müller Museum |
Κάποιοι πουλάνε φτηνές πατάτες κι ο κόσμος τρέχει ν’ αγοράσει. Ως εδώ καλά. Το φαινόμενο κάθε άλλο παρά καινούργιο είναι στην καπιταλιστική αγορά. Πας για παράδειγμα στο σούπερ μάρκετ και το πρώτο πράγμα που κοιτάζεις είναι οι προσφορές. Αμα πάρεις τρία πακέτα κριθαράκι γνωστής μάρκας, παίρνεις ένα τέταρτο πακέτο δώρο, ήτοι έκπτωση 25%. Μα θύμα είσαι; Πρέπει να τρώμε δυο φορές την εβδομάδα γκιουβέτσι, αλλιώς το κριθαράκι θα πιάσει μαμούνια, σου λέει η έμπειρη σύζυγός σου και σε κοιτάζει επιτιμιτικά για την ασχετοσύνη σου. Μήπως με το πενηντάκιλο τσουβάλι με τις πατάτες το ίδιο δεν θα πάθεις; Αν δε θες να σου χαλάσουν, θα πρέπει να καταναλώνεις τουλάχιστον 6-7 κιλά τη βδομάδα επί δίμηνο. Κι αυτό, όμως, είναι φαινόμενο της λειτουργίας της αγοράς. Συχνά πετάμε πράγματα, γιατί δεν κάνουμε καλό κουμάντο, αν και πλέον το φαινόμενο έχει περιοριστεί, όπως δείχνει και η μείωση του όγκου των λιανικών πωλήσεων ακόμη και στα τρόφιμα.
Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που μια μορφή εμπορίου αρχίζει και ιδεολογικοποιείται, αυτοανακηρυσσόμενη σε κίνημα, το «κίνημα της πατάτας». Τα αστικά ΜΜΕ μυρίζονται «αίμα» κι αρχίζουν την… κινηματοποίηση. Ακολουθούν διάφοροι δήμαρχοι που γίνονται μεσάζοντες στην πώληση της πατάτας Νευροκοπίου (και άλλων περιοχών πλέον), επενδύοντας όχι σε άμεσο μεσιτικό κέρδος, αλλά σε μελλοντικό εκλογικό όφελος. Συντηρητικός αρθρογράφος των «Νέων», ο οποίος ζητάει συνεχώς καταστολή ακόμη και των μαθητών που μουντζώνουν στις παρελάσεις, αποφαίνεται με πανηγυρικό ύφος ότι «αυτό όντως είναι αριστερό» και όχι η «στείρα άρνηση», η «υπονόμευση του δημόσιου χώρου» (οι διαδηλώσεις, δηλαδή) και ο «“επαναστατικός” μηδενισμός». Ακόμα και το νεοφιλελεύθερο απόκομμα της Μπακογιάννη εξέδωσε θερμή ανακοίνωση, εισηγούμενο να επεκταθεί το φαινόμενο και σ’ άλλα προϊόντα, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο «η αγορά αυτορρυθμίζεται προς όφελος του καταναλωτή και εις βάρος των δομών μεσαζόντων και επιτηδείων που λυμαίνονται την αγορά με κρατική, φυσικά, ανοχή και επιβράβευση». Και βέβαια, από το εθνικό μέτωπο κατά των μεσαζόντων, στο οποίο είχαν από την αρχή προσχωρήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ, δε θα μπορούσε να λείψει το κόμμα του ανανήψαντος Καρατζαφέρη, που σημείωσε: «Εμείς πιστεύουμε σε αυτές τις πρωτοβουλίες, που μπορούν να νικήσουν τις φοβίες και τις αναστολές της κυβέρνησης απέναντι στους πελάτες της, τους μεσάζοντες και τους χονδρεμπόρους».
Το «κίνημα της πατάτας» θα τελειώσει σε λίγο, διότι η πατάτα θα βγει από τα χωράφια και θα πρέπει ν’ αποθηκευτεί για να πουληθεί μετά. Και ποιοι διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους; Οι μεσάζοντες ή αλλιώς οι χοντρέμποροι, στα χέρια των οποίων θα περάσει η διακίνηση του συγκεκριμένου προϊόντος τους επόμενους μήνες του χρόνου. Οι «κινηματίες», όμως, δεν το βάζουν κάτω. Ηδη ετοιμάζονται για το «κίνημα της ντομάτας», αλλά και για το «κίνημα του οβελία», αν και σ’ αυτό θ’ αντιμετωπίσουν κάποια… προβληματάκια, επειδή χρειάζονται ψυγεία. Εν πάση περιπτώσει, η στήλη εκτιμά ότι ένα μικρό «σόου» θα δοθεί και με τα πασχαλινά αμνοερίφια (κι ο αναστάς Χριστός βοηθός, γιατί το κρέας είναι ευπαθές προϊόν).
Οποιος γνωρίζει έστω και λίγο την ιστορία της τελευταίας τριακονταετίας θα θυμάται ασφαλώς ότι η «μάχη κατά των μεσαζόντων» έχει «δοθεί» ουκ ολίγες φορές. Ιδιαίτερα τη δεκαετία του ‘80, όταν το ΠΑΣΟΚ «έπαιρνε τα μυαλά» των αγροτών με τις σοσιαλδημοκρατικές θεωρίες περί συνεταιρισμών. Οταν υποτίθεται ότι τα έβαζε με τη «μαφία των λαχαναγορών» και «παρέδιδε τις αγορές στους ίδιους τους παραγωγούς» κτλ. κτλ. Πού κατέληξαν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί; Στην κατάπτωση, τη διάλυση, τη μετατροπή τους σε καθαρά καπιταλιστικές επιχειρήσεις ελεγχόμενες από τους πλούσιους αγρότες. Η δε διακίνηση των αγροτικών προϊόντων παρέμεινε στα χέρια των χονδρεμπόρων και των κυκλωμάτων τους, που δεν ελέγχουν μόνο τη διανομή, αλλά ακόμη και την παραγωγή, αφού συχνά προαγοράζουν τη σοδειά από την περίοδο της σποράς.
Αλλά κι αν ακόμη κάναμε την εξωπραγματική υπόθεση ότι ο τομέας της μαναβικής θα περνούσε στην εμπορική «αυτοοργάνωση», με τη βοήθεια διάφορων Δονκιχότηδων (οι περισσότεροι από τους οποίους κάθε άλλο παρά από την ευγένεια, την ανιδιοτέλεια και τον αλτρουϊσμό του ήρωα του Θερβάντες χαρακτηρίζονται), μήπως θα μπορούσε να μας πληροφορήσει κάποιος ποιο είναι το ποσοστό του «καλαθιού της νοικοκυράς» που αντιπροσωπεύει η μαναβική (ακόμα κι αν προσθέσουμε το λάδι, το ρύζι, τα φασόλια, το αρνί του Πάσχα και το γουρούνι των Χριστουγέννων); Τι θα γίνει με τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα, με τα καύσιμα, με το ηλεκτρικό και μια σειρά υπηρεσίες, οι οποίες δεν μπορούν να διανεμηθούν «κινηματικά» και που αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του «καλαθιού της νοικοκυράς»;
Αν αυτοί οι γιαλαντζί Δονκιχώτες, που προσπαθούν να μετατρέψουν την ελληνική φτωχολογιά σε κοπάδι που θα τρέχει αλαφιασμένο ν’ αγοράσει πότε πατάτες, πότε λάδι και πότε κρεμμύδια από τις αυτοσχέδιες λαϊκές αγορές των δημάρχων, διάφορων καθηγητάδων και διάφορων ΜΚΟ (σύντομα θα προστεθούν στους εθελοντές οι νεολαίες των κομμάτων, η Εκκλησία και ποιος ξέρει ποιοι άλλοι), αν λέμε ήταν στοιχειωδώς έντιμοι, θα έπρεπε να πουν ευθέως ότι επανέρχονται στην ιδέα του «καταναλωτικού συνεταιρισμού», που δούλεψε η σοσιαλδημοκρατία την εποχή της αστικής-οπορτουνιστικής της μετάλλαξης (στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα). Τότε, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε μαζί τους, όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και με βάση την ιστορική πείρα. Να μιλήσουμε για το ναυάγιο αυτής της ιδεολογικής φενάκης, που έκανε πλούσιους κάποιους σοσιαλδημοκράτες (εργατοπατέρες, δημάρχους και λοιπούς «φυλάρχους») και κατέληξε στη μετατροπή αυτών των συνεταιρισμών σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις του εμπόριου. Μήπως θυμάται κανείς σε τι έχουν εξελιχθεί τα σούπερ-μάρκετ coop στην Ελλάδα ή τα σούπερ-μάρκετ του ΙΝΚΑ;
Και κάτι ακόμη. Πριν από αρκετά χρόνια, στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και στα Ναυπηγεία Ελευσίνας (ίσως και σε άλλες μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά ο γράφων γνωρίζει από προσωπική εμπειρία αυτές τις δύο) λειτουργούσαν σούπερ-μάρκετ, από τα οποία οι εργάτες ψώνιζαν σε τιμές σχετικά φτηνότερες από την υπόλοιπη αγορά. Ηταν μια «προσφορά» της επιχείρησης, στο πλαίσιο του λεγόμενου participial management (συμμετοχική διοίκηση). Ηταν, μήπως, αυτό φαινόμενο κατά του καπιταλιστικού εμπόριου;
Τέλος, μήπως γνωρίζει να μας πει κάποιος από τους όψιμους «κινηματίες» ποια ήταν η εξέλιξη των συνεταιρισμών των μικρεμπόρων, που δημιουργήθηκαν για να αγοράζουν ομαδικά και να πετυχαίνουν καλύτερες τιμές από τους βιομήχανους και τους χοντρέμπορους; Να σας πούμε εμείς. Πνίγηκαν από τη διαφθορά εκείνων που έκαναν το κουμάντο (που κοίταζαν το συμφέρον του δικού τους μαγαζιού και χρηματίζονταν από τις βιομηχανίες και τους χοντρέμπορους) και από τον ανταγωνισμό των μεγάλων αλυσίδων, οι οποίες τελικά αγόρασαν όλες τις «συνεταιριστικές» δομές (όσες είχαν καπιταλιστικό ενδιαφέρον, ενώ οι υπόλοιπες έκλεισαν).
Μια οικονομία χαρακτηρίζεται από τις παραγωγικές της σχέσεις. Και μεις ζούμε στον καπιταλισμό. Που σημαίνει ότι το εμπόριο θα είναι καπιταλιστικά ελεγχόμενο, χωρίς τη δυνατότητα δημιουργίας μη καπιταλιστικών νησίδων ή έστω τη δυνατότητα παράκαμψης κάποιων κρίκων του συστήματος. Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε το βασικό εμπόρευμα που εξασφαλίζει στον εργάτη τα προς το ζην: την εργατική δύναμη και την τιμή της.
Πέτρος Γιώτης
πηγή: ΚΟΝΤΡΑ
Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που μια μορφή εμπορίου αρχίζει και ιδεολογικοποιείται, αυτοανακηρυσσόμενη σε κίνημα, το «κίνημα της πατάτας». Τα αστικά ΜΜΕ μυρίζονται «αίμα» κι αρχίζουν την… κινηματοποίηση. Ακολουθούν διάφοροι δήμαρχοι που γίνονται μεσάζοντες στην πώληση της πατάτας Νευροκοπίου (και άλλων περιοχών πλέον), επενδύοντας όχι σε άμεσο μεσιτικό κέρδος, αλλά σε μελλοντικό εκλογικό όφελος. Συντηρητικός αρθρογράφος των «Νέων», ο οποίος ζητάει συνεχώς καταστολή ακόμη και των μαθητών που μουντζώνουν στις παρελάσεις, αποφαίνεται με πανηγυρικό ύφος ότι «αυτό όντως είναι αριστερό» και όχι η «στείρα άρνηση», η «υπονόμευση του δημόσιου χώρου» (οι διαδηλώσεις, δηλαδή) και ο «“επαναστατικός” μηδενισμός». Ακόμα και το νεοφιλελεύθερο απόκομμα της Μπακογιάννη εξέδωσε θερμή ανακοίνωση, εισηγούμενο να επεκταθεί το φαινόμενο και σ’ άλλα προϊόντα, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο «η αγορά αυτορρυθμίζεται προς όφελος του καταναλωτή και εις βάρος των δομών μεσαζόντων και επιτηδείων που λυμαίνονται την αγορά με κρατική, φυσικά, ανοχή και επιβράβευση». Και βέβαια, από το εθνικό μέτωπο κατά των μεσαζόντων, στο οποίο είχαν από την αρχή προσχωρήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ, δε θα μπορούσε να λείψει το κόμμα του ανανήψαντος Καρατζαφέρη, που σημείωσε: «Εμείς πιστεύουμε σε αυτές τις πρωτοβουλίες, που μπορούν να νικήσουν τις φοβίες και τις αναστολές της κυβέρνησης απέναντι στους πελάτες της, τους μεσάζοντες και τους χονδρεμπόρους».
Το «κίνημα της πατάτας» θα τελειώσει σε λίγο, διότι η πατάτα θα βγει από τα χωράφια και θα πρέπει ν’ αποθηκευτεί για να πουληθεί μετά. Και ποιοι διαθέτουν αποθηκευτικούς χώρους; Οι μεσάζοντες ή αλλιώς οι χοντρέμποροι, στα χέρια των οποίων θα περάσει η διακίνηση του συγκεκριμένου προϊόντος τους επόμενους μήνες του χρόνου. Οι «κινηματίες», όμως, δεν το βάζουν κάτω. Ηδη ετοιμάζονται για το «κίνημα της ντομάτας», αλλά και για το «κίνημα του οβελία», αν και σ’ αυτό θ’ αντιμετωπίσουν κάποια… προβληματάκια, επειδή χρειάζονται ψυγεία. Εν πάση περιπτώσει, η στήλη εκτιμά ότι ένα μικρό «σόου» θα δοθεί και με τα πασχαλινά αμνοερίφια (κι ο αναστάς Χριστός βοηθός, γιατί το κρέας είναι ευπαθές προϊόν).
Οποιος γνωρίζει έστω και λίγο την ιστορία της τελευταίας τριακονταετίας θα θυμάται ασφαλώς ότι η «μάχη κατά των μεσαζόντων» έχει «δοθεί» ουκ ολίγες φορές. Ιδιαίτερα τη δεκαετία του ‘80, όταν το ΠΑΣΟΚ «έπαιρνε τα μυαλά» των αγροτών με τις σοσιαλδημοκρατικές θεωρίες περί συνεταιρισμών. Οταν υποτίθεται ότι τα έβαζε με τη «μαφία των λαχαναγορών» και «παρέδιδε τις αγορές στους ίδιους τους παραγωγούς» κτλ. κτλ. Πού κατέληξαν οι αγροτικοί συνεταιρισμοί; Στην κατάπτωση, τη διάλυση, τη μετατροπή τους σε καθαρά καπιταλιστικές επιχειρήσεις ελεγχόμενες από τους πλούσιους αγρότες. Η δε διακίνηση των αγροτικών προϊόντων παρέμεινε στα χέρια των χονδρεμπόρων και των κυκλωμάτων τους, που δεν ελέγχουν μόνο τη διανομή, αλλά ακόμη και την παραγωγή, αφού συχνά προαγοράζουν τη σοδειά από την περίοδο της σποράς.
Αλλά κι αν ακόμη κάναμε την εξωπραγματική υπόθεση ότι ο τομέας της μαναβικής θα περνούσε στην εμπορική «αυτοοργάνωση», με τη βοήθεια διάφορων Δονκιχότηδων (οι περισσότεροι από τους οποίους κάθε άλλο παρά από την ευγένεια, την ανιδιοτέλεια και τον αλτρουϊσμό του ήρωα του Θερβάντες χαρακτηρίζονται), μήπως θα μπορούσε να μας πληροφορήσει κάποιος ποιο είναι το ποσοστό του «καλαθιού της νοικοκυράς» που αντιπροσωπεύει η μαναβική (ακόμα κι αν προσθέσουμε το λάδι, το ρύζι, τα φασόλια, το αρνί του Πάσχα και το γουρούνι των Χριστουγέννων); Τι θα γίνει με τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα, με τα καύσιμα, με το ηλεκτρικό και μια σειρά υπηρεσίες, οι οποίες δεν μπορούν να διανεμηθούν «κινηματικά» και που αποτελούν το μεγαλύτερο ποσοστό του «καλαθιού της νοικοκυράς»;
Αν αυτοί οι γιαλαντζί Δονκιχώτες, που προσπαθούν να μετατρέψουν την ελληνική φτωχολογιά σε κοπάδι που θα τρέχει αλαφιασμένο ν’ αγοράσει πότε πατάτες, πότε λάδι και πότε κρεμμύδια από τις αυτοσχέδιες λαϊκές αγορές των δημάρχων, διάφορων καθηγητάδων και διάφορων ΜΚΟ (σύντομα θα προστεθούν στους εθελοντές οι νεολαίες των κομμάτων, η Εκκλησία και ποιος ξέρει ποιοι άλλοι), αν λέμε ήταν στοιχειωδώς έντιμοι, θα έπρεπε να πουν ευθέως ότι επανέρχονται στην ιδέα του «καταναλωτικού συνεταιρισμού», που δούλεψε η σοσιαλδημοκρατία την εποχή της αστικής-οπορτουνιστικής της μετάλλαξης (στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα). Τότε, θα μπορούσαμε να συζητήσουμε μαζί τους, όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και με βάση την ιστορική πείρα. Να μιλήσουμε για το ναυάγιο αυτής της ιδεολογικής φενάκης, που έκανε πλούσιους κάποιους σοσιαλδημοκράτες (εργατοπατέρες, δημάρχους και λοιπούς «φυλάρχους») και κατέληξε στη μετατροπή αυτών των συνεταιρισμών σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις του εμπόριου. Μήπως θυμάται κανείς σε τι έχουν εξελιχθεί τα σούπερ-μάρκετ coop στην Ελλάδα ή τα σούπερ-μάρκετ του ΙΝΚΑ;
Και κάτι ακόμη. Πριν από αρκετά χρόνια, στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά και στα Ναυπηγεία Ελευσίνας (ίσως και σε άλλες μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά ο γράφων γνωρίζει από προσωπική εμπειρία αυτές τις δύο) λειτουργούσαν σούπερ-μάρκετ, από τα οποία οι εργάτες ψώνιζαν σε τιμές σχετικά φτηνότερες από την υπόλοιπη αγορά. Ηταν μια «προσφορά» της επιχείρησης, στο πλαίσιο του λεγόμενου participial management (συμμετοχική διοίκηση). Ηταν, μήπως, αυτό φαινόμενο κατά του καπιταλιστικού εμπόριου;
Τέλος, μήπως γνωρίζει να μας πει κάποιος από τους όψιμους «κινηματίες» ποια ήταν η εξέλιξη των συνεταιρισμών των μικρεμπόρων, που δημιουργήθηκαν για να αγοράζουν ομαδικά και να πετυχαίνουν καλύτερες τιμές από τους βιομήχανους και τους χοντρέμπορους; Να σας πούμε εμείς. Πνίγηκαν από τη διαφθορά εκείνων που έκαναν το κουμάντο (που κοίταζαν το συμφέρον του δικού τους μαγαζιού και χρηματίζονταν από τις βιομηχανίες και τους χοντρέμπορους) και από τον ανταγωνισμό των μεγάλων αλυσίδων, οι οποίες τελικά αγόρασαν όλες τις «συνεταιριστικές» δομές (όσες είχαν καπιταλιστικό ενδιαφέρον, ενώ οι υπόλοιπες έκλεισαν).
Μια οικονομία χαρακτηρίζεται από τις παραγωγικές της σχέσεις. Και μεις ζούμε στον καπιταλισμό. Που σημαίνει ότι το εμπόριο θα είναι καπιταλιστικά ελεγχόμενο, χωρίς τη δυνατότητα δημιουργίας μη καπιταλιστικών νησίδων ή έστω τη δυνατότητα παράκαμψης κάποιων κρίκων του συστήματος. Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε το βασικό εμπόρευμα που εξασφαλίζει στον εργάτη τα προς το ζην: την εργατική δύναμη και την τιμή της.
Πέτρος Γιώτης
πηγή: ΚΟΝΤΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δεν επιτρέπονται νέα σχόλια.