Ενάντια στης φύσης τη λεηλασία, αγώνας για τη γη και την ελευθερία

Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

«Το ξυπόλυτο τάγμα»


Σύνοψη της υπόθεσης:
Στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη, ένας νεαρός άντρας, ο Δημήτρης, "συλλαμβάνει" έναν πιτσιρικά, το Σταύρο, που έκλεψε ένα πορτοφόλι και του αφηγείται την ιστορία του, δηλαδή την ιστορία των 160 παιδιών που αποτελούσαν το "ξυπόλητο τάγμα", προσπαθώντας να επιβιώσουν κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Με κίνδυνο της ζωής τους, διωγμένα από το ορφανοτροφείο, είχαν δημιουργήσει μια ηρωική συμμορία και έκλεβαν από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους τρόφιμα και φάρμακα, τα οποία μοίραζαν σε όσους τα είχαν ανάγκη. Μάλιστα, η επαφή τους με μια Ελληνίδα διερμηνέα των Γερμανών (Μαρία Κωστή) τα έκανε να βοηθήσουν έναν αξιωματικό των συμμάχων να διαφύγει στη Μέση Ανατολή. Η κλοπή μερικών τενεκέδων λάδι από ένα μαυραγορίτη (Νίκος Φέρμας) παραλίγο να τους στοιχίσει τη σύλληψη και την εκτέλεσή τους από τους Γερμανούς. Στο τέλος, αφού ακούσει την ιστορία, ο πιτσιρικάς ακολουθεί το Δημήτρη στο ορφανοτροφείο και αποφασίζει να μείνει εκεί για να βρει μόνιμη τροφή και στέγη και να μεγαλώσει τίμια.


Είναι μερικές ταινίες που «απαγορεύεται» να μην τις δεις! Μια από αυτές είναι και το «Ξυπόλυτο Τάγμα». Γιατί είναι μια από τις τέσσερις σοβαρές ελληνικές απόπειρες, οι οποίες έγιναν για να στήσουν το νεορεαλισμό στην Ελλάδα. Οι άλλες τρεις είναι το «Πικρό Ψωμί» (1951), του Γρηγόρη Γρηγορίου, η «Μαύρη Γη» (1952) και η «Κοινωνική Σαπίλα» (1932), του Στέλιου Τατασόπουλου.

Δυστυχώς, το πολιτικό κλίμα εκείνης της εποχής (λογοκρισία, πολιτικές διώξεις, εκτελέσεις, εξορίες) δεν ευνόησε αυτήν την απόπειρα και χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία. Ο ελληνικός κινηματογράφος αντί να στραφεί προς την Ιταλία, που εκείνη την εποχή δημιουργούσε και προβλημάτιζε, στράφηκε προς την Αμερική που «διασκέδαζε» και έσπαγε ταμεία. Στην πραγματικότητα, δε στράφηκε ο ελληνικός κινηματογράφος προς την Αμερική, η Αμερική εισέβαλε (πολιτικά και στρατιωτικά) στην Ελλάδα!

Το «Ξυπόλυτο Τάγμα», που γυρίστηκε το 1953, αναφέρεται σε μια αληθινή ιστορία που συνέβη στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Οι Γερμανοί αδειάζουν τα δημόσια κτίρια και τα επιτάσσουν. Ανάμεσα σε αυτά τα κτίρια είναι και αρκετά ορφανοτροφεία. Τα ορφανά πετάγονται στο δρόμο.

Μια ομάδα, λοιπόν, ορφανά, για να επιβιώσουν, παίρνουν τη ζωή τους στα χέρια τους! Οργανώνονται σαν μυστικός «στρατός», με ιεραρχία και πειθαρχία. Μόνα τους συγκροτούν ομάδες κρούσης και βοήθειας. Πηγή για την τροφοδοσία τους είναι τα γερμανικά καμιόνια που κουβαλάνε ψωμί και τρόφιμα. Τα παγιδεύουν και τα κλέβουν! Τα κλεμμένα μοιράζονται στα ορφανά, αλλά και σε άλλους κατοίκους της Θεσσαλονίκης που είχαν ανάγκες!

Τα παιδιά του «Ξυπόλυτου Τάγματος» έμειναν στην ιστορία σαν σαλταδόροι! Σαλταδόρους δεν είχε μόνο η Θεσσαλονίκη, αλλά ολόκληρη η Ελλάδα! «.../Τρεις φίλοι απ' τον Βύρωνα με τρύπιο παντελόνι/ χωρίς να κάνουν σαματά κουρσέψαν το καμιόνι./ Και μύρισε, θεούλι μου, ο δρόμος μακαρόνι/Σταδίου και Αμερικής, μέχρι Κολοκοτρώνη», λέει ένα τραγούδι της εποχής, που έγραψε ένας πραγματικός σαλταδόρος, ο αργότερα στιχουργός Ξενοφών Φιλέρης.

Αντί άλλης κριτικής για την ταινία, θα σας παραθέσω μια φιλοφρόνηση του πατέρα του ιταλικού νεορεαλισμού, Βιτόριο Ντε Σίκα, στον σκηνοθέτη του «Ξυπόλυτου Τάγματος», Γκρεγκ Τάλλας: «Αν είχες γυρίσει αυτή την ταινία προτού γυρίσω εγώ τον "Κλέφτη ποδηλάτων", τότε σήμερα θα ήσουν εσύ ο Ντε Σίκα». Μπορεί τα λόγια του Βιτόριο Ντε Σίκα να έχουν μια υπερβολή, ο «Κλέφτης Ποδηλάτων» είναι ένα από τα μνημεία της παγκόσμιας κινηματογραφίας, όμως εμπεριέχει και μεγάλη αλήθεια. Το «Ξυπόλυτο Τάγμα» ακόμα και σήμερα βγάζει μεγάλη συγκίνηση!

Θα πρέπει να κάνουμε μνεία στη θαυμάσια ασπρόμαυρη φωτογραφία του Μιχαήλ Γαζιάδη, του ανθρώπου που είναι ένα από θεμέλια του εγχώριου κινηματογράφου και στη θαυμάσια συμφωνική μουσική του Μίκη Θεοδωράκη (με τη Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών). Ολοι οι ηθοποιοί, εκτός από τον Νίκο Φέρμα και την Μαρία Κωστή, είναι ερασιτέχνες!

πηγές: Ταινιοθήκη Της Ελλάδος, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***