Δρ Γαβριήλ Ξανθόπουλος, Αναπληρωτής Ερευνητής
Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων
& Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων
Δρ Ανδρέας Γ. Ντούλης, Αναπληρωτής Ερευνητής
Ινστιτούτο Αμπέλου, Λαχανοκομίας & Ανθοκομίας Ηρακλείου
Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων
& Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων
Δρ Ανδρέας Γ. Ντούλης, Αναπληρωτής Ερευνητής
Ινστιτούτο Αμπέλου, Λαχανοκομίας & Ανθοκομίας Ηρακλείου
Το κυπαρίσσι (Cupressus sempervirens) είναι ένα δένδρο που φτάνει εύκολα σε ύψος πάνω από τα 25 μέτρα. Είναι δασικό είδος της Ελλάδας και της μεσογειακής λεκάνης γενικότερα, και έχει χαρακτηριστική μορφή και πολύ καλή ποιότητα ξύλου. Στη χώρα μας φυτεύεται μεμονωμένα ή σε ομάδες σε θρησκευτικούς χώρους και κοιμητήρια και για άλλους καλλωπιστικούς ή αισθητικούς σκοπούς αλλά και για άλλους πρακτικούς λόγους, όπως σε δενδροστοιχίες ή σε ανεμοφράκτες για προστασία των καλλιεργειών. Υπάρχουν όμως και φυσικά δάση κυπαρισσιού σε αρκετά μέρη όπως στην Κρήτη, τη Σάμο και τη Ρόδο. Σημαντικό χαρακτηριστικό του είναι η εντυπωσιακή προσαρμογή του στο μεσογειακό κλίμα από υπο-αλπικά οικοσυστήματα μέχρι μέσα σε κοίτες χειμάρρων. Αναπτύσσεται σχεδόν σε κάθε έδαφος και είναι ανθεκτικό τόσο στον παγετό όσο και στην ξηρασία.
Επιπλέον των ανωτέρω χρήσεών του , το κυπαρίσσι φυτεύτηκε για πολλά χρόνια στα κράσπεδα δρόμων και αντιπυρικών λωρίδων με στόχο την αντιπυρική προστασία. Χαρακτηριστικά, ο Κοντός (1933) αναφέρει ότι «…άλλοι συνιστούν, ιδίως εις την ξηράν Αττικήν, φράκτας, barrages, από ψευδακακίας, Robinia, ή κυπαρίσσους. Αλλ’ εις την ξηράν Αττικήν, Lauretum, η ακακία, η οποία είναι δένδρον της ζώνης Castanetum, δεν αυξάνεται επί των ξηρών δασικών εδαφών. Και η κυπάρισσος δε, ίνα ευδοκιμήσει εις τα βουνά της Αττικής, θέλει έδαφος καλόν και με σχετικήν υγρασίαν». Ο Στασινόπουλος (1975) προτείνει μεταξύ των δασοκομικών μέτρων που εξασφαλίζουν αντιπυρική προστασία την «υποκατάσταση του ανωρόφου υπό τινος δύσφλεκτου είδους, ως ευκαλύπτου, αϊλάνθου, ξυλοκερατέας, κυπαρίσσου κ.λπ. και κατά προτίμηση εις μίξιν δύο ή περισσοτέρων εκ των ειδών αυτών». Επίσης, περιλαμβάνει το κυπαρίσσι για «ειδικές περιπτώσεις, ως κράσπεδα δρόμων και εν γένει δημιουργίαν πυρασφαλιστικών και καλλωπιστικών μανδυών και «οάσεων» κυμαινόμενου πλάτους ή επιφανείας…» όπου προτείνει να γίνεται μίξη με έτερα καλλωπιστικά δένδρα και θάμνους ως ακακίες κ.λπ. Επίσης, ο Κασσιούμης (1987) σε σχέση με την εισαγωγή νέων δασικών ειδών στα δάση προς διάσπαση των συμπαγών δασών εύφλεκτων κωνοφόρων, προτείνει, εκτός από την εγκατάσταση πλατύφυλλων ειδών, ότι «μπορούν ακόμα να χρησιμοποιηθούν και ορισμένα κωνοφόρα δύσφλεκτα είδη όπως το δικό μας κυπαρίσσι ή τα ξενικά κέδρος του Άτλαντος, γλαυκό κυπαρίσσι κ.λπ.».