Τα ρέματα (ή υδάτινα ρεύματα επί το ορθότερο) αποτελούν διεξόδους του επιφανειακού νερού της βροχής προς τη θάλασσα (φυσικό αντιπλημμυρικό σύστημα). Από γεωλογικής άποψης διαμορφώνουν το τοπίο μέσω της αποσαθρωτικής και της αποθετικής δράσης τους. Όμως τα ρέματα δεν αποτελούν απλά ένα γεωλογικό ή ένα υδραυλικό φαινόμενο μόνο. Αποτελούν υγροτόπους, στους οποίους η διατήρηση του πρασίνου στηρίζει και προσφέρει καταφύγιο σε αρκετά είδη μικροπανίδας. Επηρεάζουν το κλίμα των περιοχών που διασχίζουν (καθιστώντας το ηπιότερο ρυθμίζοντας την υγρασία και τη θερμοκρασία ενώ παράλληλα δρουν και ως αεραγωγοί). Παρουσιάζουν αντιρρυπαντική δράση στην ατμόσφαιρα (κατακρατώντας σκόνη και άλλους ρύπους, μειώνοντας το θόρυβο και εμπλουτίζοντάς την με οξυγόνο). Τέλος, από πολεοδομική σκοπιά, διαχωρίζουν τις χρήσεις γης, διασφαλίζοντας ελευθέρους χώρους και χώρους πρασίνου, συμβάλλοντας έτσι στη βελτίωση της αισθητικής του ευρύτερου τοπίου.
Κάποτε το λεκανοπέδιο της Αττικής διασχιζόταν από μερικές εκατοντάδες ρέματα (δεν υπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για τον ακριβή αριθμό τους). Όμως στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, που διανύουμε, λόγω της επέκτασης της πόλης έχουν απομείνει ελάχιστα (Ποδονίφτης, Κοκκιναράς, Κακόρεμα, Λυκόρεμα, Κρυονέρι, Βαθύ ρέμα, Κρύα βρύση, Αγία Τριάδα, Πικροδαφνέζα, Πικροδάφνη, Γερουλάνου, Σαρανταπόταμου, Χελιδονού, Κατσικόρεμα, Αγίου Γεωργίου, Προφήτη Δανιήλ και λίγα ακόμη). Τα υπόλοιπα μπαζώθηκαν ή καλύφθηκαν και πάνω τους κατασκευάστηκαν κτίρια, οδικές αρτηρίες και διάφορες άλλες κατασκευές (μέχρι και αεροδρόμιο!) ή έγιναν αγωγοί ομβρίων υδάτων και αποχετευτικοί αγωγοί. Ο σημαντικός περιορισμός του αριθμού των ρεμάτων στο λεκανοπέδιο της Αττικής, πέραν των άλλων συνεπειών και σε συνδυασμό με την αποψίλωση και την καύση ή εμπρησμό των λίγων δασών που απέμειναν στις παρυφές του στα γύρω βουνά, καθιστά τον κίνδυνο των πλημμύρων όχι απλά ορατό, αλλά ίσως εφιαλτικό. Κατά την ελληνική Νομολογία
α. Σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) 2215/2002:
«Υδρορεύματα είναι οι πτυχώσεις της επιφάνειας της γης, δια των οποίων συντελείται κυρίως η απορροή προς τη θάλασσα των πλεοναζόντων υδάτων της ξηράς».
β. Σύμφωνα με το ΣτΕ 230/2004(Πρακτικό επεξεργασίας 582/2002):
«Το υδατορεύμα (ρέμμα) δεν είναι απλώς ένα υδραυλικό σύστημα απορροής υδάτων που περισσεύουν σε μια περιοχή, αλλά ένα οικοσύστημα πλαισιούμενο με σημαντική πανίδα και χλωρίδα».
γ. Σύμφωνα με το ΣτΕ 516/2005
«Το ρέμα εξασφαλίζει την απορροή των πλεοναζόντων υδάτων της ξηράς προς τη θάλασσα, συνιστά δε φυσικούς αεραγωγούς και με τη χλωρίδα και πανίδα τους δημιουργούν οικοσυστήματα ζωτικής σημασίας για τους οικισμούς τους οποίους διασχίζουν».
ΤΑ ΡΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ
Ένα μέρος του νερού της βροχής καθώς φτάνει και μόλις πέσει στην επιφάνεια της γης (πριν απορροφηθεί από το έδαφος) εξατμίζεται. Η ποσότητα του νερού που δεν απορροφήθηκε, σχηματίζει αρχικά έναν υδάτινο μανδύα στην επιφάνεια της γης και πολύ γρήγορα διαχωρίζεται σε ένα σύνολο υδατίνων ρευμάτων αποτελούμενο από πολλούς μικρούς κλάδους (ρυάκια), που συγκλίνουν σε μεγαλύτερους (χείμαρρους) κι αυτοί σε ακόμη μεγαλύτερους (παραπόταμους) δημιουργώντας τελικά το κύριο ρεύμα (ποτάμι).
Το παραπάνω γενικό πρότυπο ανάπτυξης των υδρογραφικών δικτύων υφίσταται σε όλες τις περιπτώσεις, παρά το γεγονός ότι υπάρχει πολύ μεγάλη ποικιλία μορφών αυτών. Διακρίνουμε τρεις κύριες κατηγορίες υδατίνων ρευμάτων:
(Ι) τους χείμαρρους, που κατακλύζονται από νερό μόνο κατά τη διάρκεια έντονων βροχοπτώσεων (παροδική ροή),
(ΙΙ) τα ρέματα, που περιέχουν νερό το μεγαλύτερο μέρος του έτους (περιοδική ροή) και
(ΙΙΙ) τους ποταμούς, που περιέχουν νερό καθ' όλη τη διάρκεια του έτους (μόνιμη ροή).
Σε κάθε υδάτινο ρεύμα διακρίνουμε:
Τη λεκάνη απορροής (με τις επιμέρους υπολεκάνες) της οποίας τα όρια καθορίζονται από τον υδροκρίτη της, δηλαδή μια νοητή γραμμή που ενώνει τα υψηλότερα σημεία του ανάγλυφου μέσω των αυχένων (κορυφογραμμή) και εκατέρωθεν της οποίας διαχωρίζονται τα ατμοσφαιρικά εγκατακρημνίσματα. Την κοίτη ροής κάθε κλάδου του υδρογραφικού δικτύου, τα βαθύτερα σημεία της οποίας αποτελούν τη μισγάγγεια. Τις εκβολές, που, αν και μπορούμε να αναφερθούμε σε εκβολές υποκλάδων σε μεγαλύτερα υδάτινα ρεύματα, συνήθως με τον όρο αυτό αναφερόμαστε στην τελική απόληξη του κυρίως ρεύματος (ποταμού) στη θάλασσα. Τα υδάτινα ρεύματα τροφοδοτούνται από άμεση ροή του ύδατος που δεν εξατμίστηκε ούτε απορροφήθηκε από το έδαφος, από υπόγειο νερό που εξέρχεται υπό μορφή πηγών και από απελευθέρωση νερού που κατακρατήθηκε προσωρινά σε λίμνες, έλη, πάγους κ.ά. Το επιφανειακό νερό αποτελεί ίσως τον κυριότερο παράγοντα διαμόρφωσης του ανάγλυφου του εδάφους, τόσο άμεσα (όμβρια ύδατα) όσο και έμμεσα (δράση των υδατίνων ρευμάτων).
Έτσι η δράση των υδατίνων ρευμάτων είναι: Αποσαθρωτική (χημική και μηχανική αποσάθρωση) και διαβρωτική (υποσκαφή και μεταφορά των προϊόντων της αποσάθρωσης) στους τομείς της λεκάνης απορροής με κλίση αποκομιδής, όπου η αποσάθρωση και η διάβρωση κυριαρχούν έναντι της απόθεσης. Διαμετακομιστική στους τομείς με κλίση μεταφοράς, στους οποίους παρουσιάζεται ισοζύγιο υλικών. Αποθετική στους τομείς με κλίση απόθεσης, όπου η απόθεση των κλαστικών υλικών στην κοίτη ροής και στις εκβολές υπερτερεί έναντι της διάβρωσης. Λόγω των παραπάνω δράσεων, η μορφολογία των λεκανών απορροής συνεχώς μεταβάλλεται και κατ' αυτό τον τρόπο μπορούμε να διακρίνουμε τρία στάδια εξέλιξης των λεκανών: νεότητας, ωριμότητας και γήρατος (τα στάδια αυτά δεν έχουν χρονική διάσταση αλλά αναφέρονται στο ανάγλυφο της λεκάνης απορροής.
ΤΑ ΡΕΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ
Οι διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες σε κάθε τμήμα του υδατίνου ρεύματος οδηγούν και σε αντίστοιχη διαφορετική σύσταση της χλωρίδας και πανίδας του. Έτσι στις απότομες κλιτύες των βουνών τα νερά είναι κρύα, καθαρά και ορμητικά με τυρβώδη ροή και συνεπώς με μεγάλη περιεκτικότητα σε διαλυμένο οξυγόνο. Εδώ τα φυτά επιβιώνουν ριζώνοντας στους βράχους και τα ζώα που συχνά συναντάμε είναι ψάρια του ψυχρού νερού που έχουν υψηλές απαιτήσεις σε οξυγόνο (π.χ. πέστροφα). Σε περιοχές χαμηλότερου υψομέτρου, όπου τα νερά είναι σχετικά θερμότερα και λιγότερο ορμητικά, με μικρότερη περιεκτικότητα σε διαλυμένο οξυγόνο, συναντάμε μεγάλη ποικιλία ψαριών ψυχρών και θερμότερων νερών, που δεν έχουν και πολύ μεγάλες απαιτήσεις σε οξυγόνο. Πλησιάζοντας προς τις εκβολές, όπου η κλίση είναι πολύ μικρή, η ροή αρκετά βραδεία τα δε νερά θερμότερα και βαθύτερα και συνεπώς το διαλυμένο οξυγόνο σχετικά φτωχό, συναντάμε μεγάλη ποικιλία οργανισμών. Σε μεγαλύτερα δε βάθη συναντάμε οργανισμούς παραπλήσιους με αυτούς που ζουν σε λίμνες. Γι' αυτό το λόγο τα υδάτινα ρεύματα, με συνεχή ή ασυνεχή ροή καθ' όλη τη διάρκεια του έτους έχουν ταξινομηθεί ως εσωτερικοί υγρότοποι, κατά το σύστημα ταξινόμησης του Γραφείου Ραμσάρ που εγκρίθηκε στο Μοντρέ το 1990.
Το νερό αποτελεί ζωτικό στοιχείο του πρωτοπλάσματος και ολόκληρης της βιόσφαιρας. Η περιορισμένη ποσότητα του στην ξηρά καθιστά την ουσία αυτή τον κυριότερο περιοριστικό παράγοντα των χερσαίων οικοσυστημάτων. Περιοριστικοί παράγοντες, πολύ σημαντικοί για τα οικοσυστήματα των γλυκών νερών, που πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά, είναι: η θερμοκρασία (οι περισσότεροι οργανισμοί των νερών είναι στενόθερμοι, δηλαδή ανέχονται πολύ μικρές μόνο διακυμάνσεις θερμοκρασίας του νερού), η διαύγεια του νερού (που καθορίζει το βάθος στο οποίο θα εισχωρήσει το φως -ευφωτική ζώνη- και συνεπώς το βάθος μέχρι του οποίου θα συντελείται η φωτοσύνθεση), η ταχύτητα του ρεύματος (η οποία επηρεάζει την κατανομή ζωτικών αερίων, θρεπτικών αλάτων και μικρών οργανισμών), η περιεκτικότητα του νερού σε οξυγόνο (αναπνοή) και σε διοξείδιο του άνθρακα (φωτοσύνθεση), η συγκέντρωση των θρεπτικών αλάτων στο νερό (κυρίως νιτρικών και φωσφορικών) και τέλος η αλληλεπίδραση του υδατικού οικοσυστήματος του ρεύματος με το χερσαίο οικοσύστημα το οποίο διασχίζει (το ρεύμα τροφοδοτείται από οργανική ύλη της ξηράς -π.χ. από τα ξερά φύλλα του δάσους που διασχίζει- και αντίστροφα, το ρεύμα στηρίζει κάποιους οργανισμούς της χέρσου, που βρίσκουν την τροφή τους σε αυτό).
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΩΝ ΡΕΜΑΤΩΝ
Μερικές από τις κύριες λειτουργίες των ρεμάτων είναι λειτουργίες των υγροτόπων γενικότερα. Έτσι δεσμεύουν την ηλιακή ενέργεια μέσω της φωτοσύνθεσης που κάνουν οι οργανισμοί που αιωρούνται κοντά στην επιφάνεια του νερού (π.χ. φυτοπλαγκτόν) και οι ριζωμένοι στον πυθμένα ή στα πρανή (φυτά). Άμεση συνέπεια αυτής της λειτουργίας είναι η περαιτέρω στήριξη των τροφικών πλεγμάτων.
Επίσης, πολύ σημαντική λειτουργία τους είναι ο εμπλουτισμός των υπογείων υδροφόρων στρωμάτων και η συμμετοχή τους στην τροποποίηση των πλημμυρικών φαινομένων. Λόγω της μεγάλης θερμοχωρητικότητας του νερού, παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του κλίματος των παραρεμάτιων περιοχών ενώ παράλληλα αποτελούν διαύλους κίνησης αερίων μαζών από τη θάλασσα προς τη χέρσο και τανάπαλιν. Παγιδεύοντας αιωρούμενα σωματίδια και τοξικές ουσίες, απορροφώντας μεγάλες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και περιορίζοντας το θόρυβο, ασκούν ποικίλη αντιρρυπαντική δράση. Από πολεοδομική σκοπιά διαμορφώνουν το ανάγλυφο βελτιώνοντας την αισθητική του ευρύτερου τοπίου, διασφαλίζουν ελεύθερους χώρους, διαχωρίζουν τις χρήσεις γης και γενικά εξασφαλίζουν την επικοινωνία της πόλης με το φυσικό περιβάλλον.
Τέλος, τα ρέματα αλληλοσυσχετίζουν διάφορα υγροτοπικά οικοσυστήματα και συμβάλλουν στη σύνδεσή τους με δασικά, λιβαδικά κ.ά. οικοσυστήματα (π.χ. μεταφορά σπερμάτων και θρεπτικών συστατικών).
Να γιατί, οι χείμαρροι και τα ρέματα μας πνίγουν! Οι χείμαρροι και τα ρέματα θεωρούνται από πολλούς υποβαθμισμένες και περιθωριακές περιοχές, εξαιτίας της συνήθειας που υπάρχει να ρίχνουμε οτιδήποτε άχρηστο σ’ αυτά, αλλά και να τα μπαζώνουμε, είτε για να αποκτηθεί περισσότερη οικοδομήσιμη γη, είτε για να επεκταθούν τα χωράφια μας. Έτσι σήμερα, τα περισσότερα ρέματα και οι χείμαρροι γίνονται εστίες ρύπανσης και μόλυνσης, έχουν "κακοποιηθεί" σε μεγάλο βαθμό με τροποποιήσεις στα πρανή και στην κοίτη τους, ενώ οι πλημμυρικές παροχές τους προξενούν καταστροφικές.
Ωστόσο, στη φυσική τους κατάσταση, χωρίς τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις και άλλα αίτια, αποτελούν ουσιώδη συστατικά του υδρογραφικού δικτύου κάθε περιοχής και τούτο γιατί συλλέγουν και διοχετεύουν τα νερά της βροχής και του χιονιού στα κατάντη μέχρι και τον παράκτιο χώρο, προστατεύουν την ευρύτερη περιοχή από τις πλημμύρες, αναπτύσσουν ιδιότυπους οικοτόπους στην περιοχή, δημιουργούν γραμμικά πάρκα στον αστικό ιστό, όταν διέρχονται μέσα από τις πόλεις, καθαρίζουν τον ατμοσφαιρικό αέρα από αέριους ρύπους, ρυθμίζουν το μικροκλίμα της περιοχής απ' όπου διέρχονται, εμπλουτίζουν τα υπόγεια νερά, προσφέρουν ηχομόνωση όταν διέρχονται μέσα από τις πόλεις και άλλα. Δηλαδή, τα ρέματα και οι χείμαρροι, αποτελούν φυσικό πόρο, αλλά και διατηρούν τη συνέχεια της ιστορικής και περιβαλλοντικής μνήμης της περιοχής.
Τη μέχρι σήμερα στάση μας γι' αυτά οφείλουμε να την αλλάξουμε και να αποκαταστήσουμε, με οποιοδήποτε κόστος, τις φυσικές λειτουργίες των χειμάρρων και των ρεμάτων. Τον πρώτο και ουσιαστικό ρόλο έχει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, αλλά πρέπει να είμαστε όλοι αρωγοί σε κάθε προσπάθεια ουσιαστικής και αισθητικής αναβάθμισής τους.
Εξάλλου, και τα σχολεία με τα προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης μπορούν να συνεισφέρουν τα μέγιστα στην αναβάθμιση του τοπικού αυτού ευαίσθητου περιβάλλοντος, γιατί οι χείμαρροι και τα ρέματα κατατάσσονται στις οικολογικά ευαίσθητες περιοχές.
Έτσι, οι μαθητές μπορούν για παράδειγμα, να αναπτύξουν εποικοδομητικές προτάσεις για την αισθητική και όχι μόνο αναβάθμιση των χειμάρρων, να ευαισθητοποιήσουν την τοπική κοινωνία με δρώμενα δίπλα σε ρέματα και χειμάρρους και να συμβάλλουν με εθελοντική εργασία-επίδειξη στην καθαριότητα του περίγυρού τους για καλύτερη ποιότητα ζωής.
Επιπρόσθετα, τα σχολεία μέσα από τη δραστηριότητα "Υιοθετώ και Φροντίζω" μπορούν να οριοθετήσουν τα "ανοίγματα" που χρειάζεται η κοινωνία και οι φορείς της μέσα από τη συλλογικότητα, τον εθελοντισμό και την κοινοκτημοσύνη. Σε γενικές γραμμές, το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για τους χειμάρρους και τα ρέματα, είναι να απαιτούμε από τους αρμόδιους τοπικούς φορείς και να προβάλλουμε συνεχώς την ανάγκη για την αποκατάσταση των φυσικών τους λειτουργιών και ειδικότερα:
- να διατηρούνται οι φυσικές τους διαστάσεις,
- να αναδεικνύονται ως αυτόνομοι φυσικοί σχηματισμοί,
- να είναι δεδηλωμένος ο κοινόχρηστος χαρακτήρας τους,
- να αναγνωρίζεται ο πολλαπλός ρόλος τους,
- να αντιμετωπίζονται συνολικά καθ' όλο το μήκος τους και όχι αποσπασματικά, ανά χωριό και πόλη,
- να διατηρούνται στην κοίτη τους οι φυσικοί σχηματισμοί τους και τα οποιαδήποτε κατασκευαζόμενα τεχνικά έργα (υπερχειλιστές, αναβαθμοί κ.ά.) να είναι χαμηλού ύψους και πέτρινα, τουλάχιστον στην εξωτερική όψη,
- να διατηρούνται στα πρανή τους οι φυσικές διατομές τους και όπου υπάρχει διάβρωση να επισκευάζονται αμέσως με τις αναγκαίες ήπιες παρεμβάσεις,
- να υποστηρίζεται και να ελέγχεται τακτικά στα πρανή τους η φυσική βλάστηση,
- να απομακρύνονται αμέσως τα ογκώδη αντικείμενα που φέρνει κάποια ξαφνική νεροποντή,
- να καθορίζονται οι ζώνες προστασίας εκατέρωθεν της παρα-ρεμάτιας ζώνης, αλλά και να ενισχύεται η βλάστηση και να διευθετείται το περιβάλλον της περιοχής με γνώμονα τους κοινόχρηστους χώρους, την πεζοδρόμηση, την ήπια κυκλοφορία, το χαμηλό συντελεστή δόμησης κ.ά.
Συνήθως, προβάλλονται κάποιες αναγκαιότητες και εκτελούνται έργα σε ρέματα και χειμάρρους, τα οποία δεν λαμβάνουν υπόψη τους την περιβαλλοντική χρήση τους και την αποκατάσταση της φυσικότητά τους, ώστε να εξυπηρετούν πρωτίστως το φυσικό αντιπλημμυρικό τους σκοπό.
Είναι σαφές για παράδειγμα ότι με την σκυροδέτηση, την καταστροφή της φυσικής κοίτης και την αντικατάστασή της από μία ευθυγραμμισμένη κοίτη, δηλαδή τεχνητό αγωγό ανοικτής ή και κλειστής διατομής, προκαλούνται μη αναστρέψιμες και σοβαρές καταστροφές στο γεω-μορφολογικό ανάγλυφο, στον υδροφόρο ορίζοντα, στο μικροκλίμα, στο φυσικό τοπίο, στη χλωρίδα, στην πανίδα, και άλλα πολύτιμα και σπάνια συστατικά του φυσικού περιβάλλοντος. Σε πολλές περιοχές σε ρέματα και σε χειμάρρους υπάρχουν φυσικοί "μαίανδροι" οι οποίοι επιβραδύνουν τη ροή του νερού σε περιπτώσεις ισχυρής νεροποντής και πλημμυρικών παροχών. Και στην περίπτωση αυτή χρειάζονται ήπιες και τοπικές παρεμβάσεις, ενώ λαμβάνεται πάντοτε υπόψη η φυσικότητα του ρέματος ή του χειμάρρου.
Ωστόσο, είναι σήμερα γνωστό, ότι τεχνικά έργα μεγάλης κλίμακας είναι αναποτελεσματικά και προβληματικά, ενώ εκεί όπου χρησιμοποιείται εμφανές σκυρόδεμα στις κοίτες και στα πρανή τους, δημιουργούνται προβλήματα, γιατί μειώνεται η φυσική τραχύτητα και η αποθηκευτική ικανότητα ενός ρέματος. Το αποτέλεσμα είναι τα νερά να μετακινούνται προς τα κατάντη πολύ γρήγορα με μεγάλη πιθανότητα πρόκλησης πλημμυρών σε χαμηλές και επίπεδες περιοχές, ακόμη και στον παράκτιο χώρο. Αυτό, που κατά την γνώμη μας θα βοηθούσε τη φυσική υδραυλική λειτουργία κάθε χειμάρρου και ρέματος, είναι ο ορθολογικός σχεδιασμός ενός πλαισίου μέτρων για την αντιμετώπιση τυχόν τοπικών φυσιολογικών φθορών της κοίτης με φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές. Αυτές μάλιστα οι πρακτικές εφαρμόζονται τα τελευταία χρόνια και έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά από την απόκτηση εμπειριών και την εξαγωγή νεωτέρων επιστημονικών συμπερασμάτων πάνω στις μεγάλης κλίμακας επεμβάσεις (ευθυγραμμίσεις, σκυροδετήσεις κοίτης ποταμών και ρεμάτων).
Πρόσθετα και η σχετική ελληνική νομοθεσία επιτάσσει "τη διασύνδεση του πολεοδομικού ιστού με το φυσικό περιβάλλον". Εξάλλου, από τεχνοκρατική άποψη, οποιαδήποτε έργα που εκτελούνται σε αστικά ρέματα και χειμάρρους, πρέπει να εκτελούνται μετά από πλήρη ανάλυση των φυσικών συνθηκών τους, τόσο στην ευρύτερη υδρολογική τους λεκάνη, όσο και στην καθαυτή κοίτη τους, στα πρανή τους, στο τοπικό οικοσύστημα, ενώ τα μέτρα και τα έργα που οφείλουν να αναληφθούν δεν θα πρέπει να ακολουθούν στερεότυπη προσέγγιση και τούτο γιατί κάθε ρέμα και χείμαρρος έχει τη δική του ταυτότητα συνθηκών και ιδιαιτεροτήτων.
Μπορούμε να συμβάλλουμε όλοι στην αναβάθμιση των χειμάρρων και των ρεμάτων, των ευαίσθητων αυτών οικοσυστημάτων που βρίσκονται στη γειτονιά μας, δίπλα μας, αλλά και παραπέρα στην εξοχή, γιατί αποτελούν ενιαίο και αδιαίρετο συστατικό του περιβάλλοντος που για χιλιετίες, μέσω της φυσικότητας των ρεμάτων και χειμάρρων, αλλά και της δασοκάλυψης των γειτονικών περιοχών εξασφάλιζαν το φυσικό αντιπλημμυρικό σύστημα κάθε μεγαλύτερης περιοχής.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
*** Τα ανώνυμα σχόλια δεν θα δημοσιεύονται πάντα. ***